Θετικότερες εξελίξεις από το μέτωπο της ανακεφαλαιοποίησης των τραπεζών δείχνουν να προεξοφλούν πλέον οι επενδυτές στο Χρηματιστήριο της Αθήνας, με την αγορά να έχει αναρριχηθεί σε απόσταση αναπνοής από τη ζώνη των 700-710 μονάδων που αποτελεί κλειδί για την διεύρυνση της ανοδικής κίνησης προς τις 800 μονάδες.
Η νέα σημαντική άνοδος του τραπεζικού κλάδου για δεύτερη συνεχόμενη εβδομάδα (+13,2%) με την Alpha Bank και την Εθνική σε ρόλο μηχανοδηγών, αντικατοπτρίζει σύμφωνα με αναλυτές τις αυξημένες προσδοκίες της αγοράς ότι οι επικείμενες αυξήσεις κεφαλαίου θα είναι τελικά μικρότερες από αυτές που είχε προεξοφλήσει η αγορά, και συνεπώς «διαχειρίσιμες» από τους ιδιώτες μετόχους, με αποτέλεσμα να απομακρύνεται το σενάριο της κρατικοποίησης τους. Σύμφωνα με τις έως τώρα ενδείξεις, ο τραπεζικός δείκτης φαίνεται πως επιχειρεί να δημιουργήσει έναν σχηματισμό πυθμένα ενόψει της επικείμενης ανακεφαλαιοποίησης, η τύχη του οποίου θα κριθεί κοντά στην περιοχή των 300 μονάδων. Από την ερχόμενη Δευτέρα θα διαφανούν με μεγαλύτερη ευκρίνεια οι προθέσεις των αγοραστών στις τράπεζες καθώς με το ράλι του κατά 55% ο τραπεζικός δείκτης έχει ήδη καλύψει το 61,8% των απωλειών του σε σχέση με τα προηγούμενα υψηλά του Σεπτεμβρίου (295,99 μονάδες).
Δεν περνά απαρατήρητο ότι ο νέος ανοδικός γύρος στις τράπεζες και το κερδοσκοπικό παιχνίδι που έγινε ιδιαίτερα αισθητό με τις υπεραποδόσεις ως και 200% στα «μηδενισμένα» warrants, εξελίσσεται ταυτόχρονα με τις ενημερώσεις στελεχών των τραπεζών για τα πρώτα αποτελέσματα των stress tests. Αρκετοί επιχειρούν να εντοπίσουν πίσω από την βελτίωση της αποτίμησης τραπεζών, κινήσεις από funds που πιθανόν διαθέτουν πρόσβαση σε καλύτερη πληροφόρηση, ωστόσο η προσέγγιση αυτή ενέχει υψηλό βαθμό επικινδυνότητας καθώς καθιστά ευάλωτη την αγορά σε διαρροές αμφίβολης εγκυρότητας.
Για τη βελτίωση του κλίματος σε αυτή τη φάση, φαίνεται να συμβάλει εξίσου με τη φημολογία, και η προσπάθεια αποσύνδεσης της ανακεφαλαιοποίησης των τραπεζών από την αξιολόγηση του προγράμματος ως μια ένδειξη ότι η ΕΚΤ επείγεται να προχωρήσουν γρήγορα οι διαδικασίες.
Το στοίχημα με τις τραπεζικές μετοχές έχει καθαρά κερδοσκοπικά χαρακτηριστικά σε αυτή τη συγκυρία της παντελούς απουσίας επίσημης πληροφόρησης όπου αγνοούνται βασικοί όροι και παράμετροι για τις ΑΜΚ, και βασίζεται κυρίως στην υπόθεση ότι η αγορά είχε δημιουργήσει συνθήκες ακραίας υπερβολής το προηγούμενο διάστημα στον κλάδο, υπερεκτιμώντας τις κεφαλαιακές ανάγκες.
Προβληματισμό εξακολουθεί να δημιουργεί η αισθητή διαφοροποίηση των μετοχών της Πειραιώς και της Eurobank οι οποίες συνεχίζουν να ταλαιπωρούνται γύρω από τις ιστορικά ελάχιστες τιμές τους όταν η Εθνική βρίσκεται 68% υψηλότερα και η Alpha Bank 120% από τα αντίστοιχα χαμηλά τους. Αν η ταλαιπωρία αυτή δεν σχετίζεται με την επικείμενη ανακεφαλαιοποίηση και η αγορά δεν προεξοφλεί κάποια αρνητική εξέλιξη σε αυτό το μέτωπο, η αφορμή για την πιο αδύναμη συμπεριφορά τους ενδεχομένως θα πρέπει να αναζητηθεί στις πωλήσεις που πυροδοτεί η πιθανολογούμενη διαγραφή των δύο μετοχών από τον MSCI Greece το Νοέμβριο.
Η προσέγγιση σημαντικών αντιστάσεων από τους βασικούς χρηματιστηριακούς δείκτες και τις περισσότερες μετοχές μεγάλης κεφαλαιοποίησης, καθιστά εκ των πραγμάτων καθοριστικές τις αμέσως επόμενες συνεδριάσεις καθώς στις 700 μονάδες του Γενικού Δείκτη, θα κριθεί το σενάριο είτε της ανοδικής διαφυγής, είτε της δημιουργίας μιας ακόμη (τρίτης για φέτος) κορυφής σε αυτά τα επίπεδα.
Για πρώτη φορά μετά από καιρό οι αναλυτές εμφανίζονται αισιόδοξοι για την διεύρυνση της ανοδικής κίνησης προς τη ζώνη των 800-850 μονάδων, καθώς εκτιμούν ότι οι συνθήκες είναι πλέον πιο ευνοϊκές, και η υποχώρηση του ρίσκου χώρας δικαιολογεί υψηλότερες αποτιμήσεις. Ενδεικτική είναι η άποψη του επικεφαλής ανάλυσης της BETA AXEΠΕΥ Μάνου Χατζηδάκη σύμφωνα με την οποία η ψήφιση του πρώτου πακέτου των μέτρων για την εκταμίευση της δόσης των 2 δις ευρώ αποτελεί το πρώτο βήμα για την έναρξη της αξιολόγησης του προγράμματος, με την ολοκλήρωση της οποίας θα ανοίξει το παράθυρο ώστε η ΕΚΤ να επαναπροσδιορίσει τη στάση της έναντι των ελληνικών ομολόγων εντάσσοντάς τα στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης. Η ύπαρξη αγοραστή για τα ελληνικά χρεόγραφα θα συμπιέσει τις αποδόσεις δημιουργώντας προϋποθέσεις αναθεώρησης του ασφάλιστρου κινδύνου με το οποίο αποτιμώνται οι ελληνικές αξίες, υποστηρίζει ο αναλυτής.