Αν και το Ισλαμικό Κράτος έχει αναλάβει την ευθύνη για τις επιθέσεις, δεν είναι ακόμα σίγουρο σε ποιο βαθμό ο πυρήνας του Ισλαμικού Κράτους ευθύνεται για τον σχεδιασμό, τη χρηματοδότηση ή την διεύθυνσή τους. Δεν είναι ξεκάθαρο αν οι επιτιθέμενοι ήταν απλοί πολίτες που ενθαρρύνθηκαν από την οργάνωση, όπως συνέβη και στην περίπτωση του Ahmed Coulibaly, του ενόπλου που επιτέθηκε στο εβραϊκό σούπερ μάρκετ στις 7 Ιανουαρίου, αν ήταν μια ομάδα επαγγελματιών τρομοκρατών που εστάλησαν στη Γαλλία από την βασική οργάνωση, ή αν οι επιθέσεις ήταν έναςσυνδυασμός και των δύο.
Ο Γάλλος πρόεδρος Φρανσουά Ολάντ δημοσίως επέρριψε την ευθύνη για τις επιθέσεις της 13ης Νοεμβρίου στο Ισλαμικό Κράτος, κηρύσσοντάς την «πράξη πολέμου». Αυτή η γαλλική αντίδραση στις επιθέσεις του Παρισιού είναι αξιοσημείωτα διαφορετική από αυτήν της Ισπανικής κυβέρνησης μετά τις βομβιστικές επιθέσεις στη Μαδρίτη τον Μάρτιο του 2004. Αντί να αποσυρθεί από τον παγκόσμιο συνασπισμό που ενεργεί κατά του τζιχαντισμού, φαίνεται πως η Γαλλία θα ανανεώσει και ίσως θα επεκτείνει τις προσπάθειές της να εκδικηθεί για την τελευταία επίθεση. Η ακριβής φύση της απάντησης της Γαλλίας θα καθοριστεί από το ποίος είναι τελικά ο υπεύθυνος των επιθέσεων της 13ης Νοεμβρίου.
Μέχρι τώρα, διαφαίνονταν κάποιος διαχωρισμός εργασιών στην αντι-τζιχαντιστική προσπάθεια, με τη Γαλλία να επικεντρώνεται σε πολύ μεγάλο βαθμό στην περιοχή Sahel της Αφρικής. Οι Γάλλοι στηρίζουν επίσης τις προσπάθειες της συμμαχίας στο Ιράκ και τη Συρία, στέλνοντας έξι αεροσκάφη Dassault Rafale στα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα και έξι Mirage στην Ιορδανία. Στις 4 Νοεμβρίου το Παρίσι ανακοίνωσε ότι στέλνει το πυρηνοκίνητο αεροπλανοφόρο Charles de Gaulle για να ενισχύσει τις συνεχιζόμενες αεροπορικές επιθέσεις κατά του Ισλαμικού Κράτους στη Συρία και στο Ιράκ. Μέχρι σήμερα, τα γαλλικά πολεμικά αεροσκάφη έχουν πραγματοποιήσει περισσότερες από 1.285 αποστολές κατά στόχων του Ισλαμικού Κράτους στο Ιράκ και μόλις δύο στη Συρία.
Η Γαλλία έχει πολλές επιλογές για την «απάντησή» της, όμως η «απάντηση» αυτή θα εξαρτηθεί από το ποίος ήταν τελικά υπεύθυνος. Αν βρεθεί ότι ο πυρήνας του Ισλαμικού Κράτους ήταν πράγματι υπεύθυνος για τις επιθέσεις, τότε η Γαλλία πιθανότατα θα εντείνει τις αεροπορικές επιχειρήσεις στη Συρία. Ωστόσο, ο ουρανός της Συρίας είναι ήδη «μποτιλιαρισμένος» από τα συμμαχικά και ρωσικά αεροσκάφη. Με αυτό κατά νου, η Γαλλία μπορεί να επιλέξει να «απαντήσει» επικεντρωνόμενη στο Ισλαμικό Κράτος στο Ιράκ, ή ίσως και σε άλλες περιοχές που δραστηριοποιείται το Ισλαμικό Κράτος, όπως η Λιβύη. Μια άλλη επιλογή θα ήταν να αυξήσει τα γαλλικά προγράμματα εκπαίδευσης και στήριξης των δυνάμεων που μάχονται κατά του Ισλαμικού Κράτους στο Ιράκ και στη Συρία, ή ακόμα και να πραγματοποιήσει επιθέσεις κομάντο κατά κομβικών σημείων που έχουν σημασία για την ηγεσία του ΙΚ. Η Γαλλία έχει επίσης την επιλογή τηςανάπτυξης εκστρατευτικού σώματος όπως έκανε στο Sahel, αν και αυτό πιθανότατα θα απαιτούσε τη βοήθεια από τους συμμάχους του ΝΑΤΟ και ιδιαίτερα τις ΗΠΑ.
Οι επιπτώσεις στην Ευρώπη
Οι επιθέσεις στο Παρίσι πραγματοποιήθηκαν σε μια περίοδο πολιτικής κρίσης σε όλη την Ευρώπη, λόγω της ροής των προσφύγων/μεταναστών από τη Μέση Ανατολή, την Ασία και την Αφρική. Κοντά στο πτώμα ενός εκ των δραστών των επιθέσεων στο Παρίσι βρέθηκε Συριακό διαβατήριο και Έλληνας αξιωματούχος δήλωσε πως το όνομα στο διαβατήριο ανήκε σε άτομο που πέρασε από την Ελλάδα τον Οκτώβριο. Αυτή η είδηση σημαίνει πως θα αυξηθεί η αποδοκιμασία από αρκετούς πολιτικούς που ήδη επικρίνουν την αντίδραση της Ευρωπαϊκής Ένωσης στην προσφυγική κρίση. Συγκεκριμένα, οι υπέρμαχοι του τερματισμού της συμφωνίας Σένγκεν, που εξάλειφε τους συνοριακούς ελέγχους στην Ευρώπη, θα χρησιμοποιήσουν το Παρίσι για να πιέσουν προς αυτήν την κατεύθυνση.
Αυτό έχει ήδη αρχίσει να γίνεται. Η Πολωνία ήταν η πρώτη χώρα που συνέδεσε τις επιθέσεις στο Παρίσι με τις προσφυγικές/μεταναστευτικές ροές. Στις 14 Νοεμβρίου ο πολωνός υπουργός ευρωπαϊκών υποθέσεων, Konrad Szymanski δήλωσε πως οι επιθέσεις στο Παρίσι καθιστούν αδύνατη την εφαρμογή ενός ευρωπαϊκού σχεδίου για την κατανομή των αιτούντων άσυλο σε όλη την ΕΕ. Όπως ήταν αναμενόμενο, το Εθνικό Μέτωποτης Γαλλίας επίσης απαίτησε τον τερματισμό της συμφωνίας Σένγκεν. Σε τηλεοπτικό διάγγελμά της, η επικεφαλής του κόμματος, Μαρίν Λε Πεν δήλωσε πως η Γαλλία πρέπει να ανακτήσει τον έλεγχο των συνόρων της.
Στη Γερμανία, ο βαυαρός πρωθυπουργός Χορστ Σεεχοφερ δήλωσε πως οι επιθέσεις στο Παρίσει δείχνουν ότι οι συνοριακοί έλεγχοι είναι πιο απαραίτητοι από ποτέ. Ο Σεεχόφερ είναι ένας από τους μεγάλους επικριτές του χειρισμού της προσφυγικής κρίσης από την Γερμανική κυβέρνηση, έχοντας απαιτήσει μόνιμους συνοριακούς ελέγχους αλλά και ταχύτερο επαναπατρισμό αιτούντων άσυλο. Οι επιθέσεις στο Παρίσι πιθανότατα θα ενισχύσουν τη θέση τους και θα αποδυναμώσουν αυτή της καγκελαρίου Άνγκελα Μέρκελ, η οποία ήδη αντιμετωπίζει εσωκομματική δυσαρέσκεια λόγω της προσφυγικής κρίσης. Τις τελευταίες εβδομάδες η Γερμανία είδε μια αύξηση της αντιμεταναστευτικής βίας –μεταξύ άλλων και εμπρηστικές επιθέσεις σε κέντρα υποδοχής προσφύγων. Οι επιθέσεις της 13ης Νοεμβρίου ίσως ενθαρρύνουν περισσότερες εξτρεμιστικές ομάδες σε όλη την Ευρώπη να προχωρήσουν σε επιθέσεις κατά αιτούντων άσυλο.
Το «στρατόπεδο» που τάσσεται κατά της συνθήκης Σένγκεν θα αισθανθεί δικαιωμένο και από ένα παράλληλο γεγονός που συνέβη την περασμένη εβδομάδα στη νότια Γερμανία, όταν συνελήφθη Μαυροβούνιος την ώρα που φέρεται να προσπαθούσε να περάσει στο Παρίσι με αρκετά όπλα στο αυτοκίνητό του. Αν και η γερμανική αστυνομία δεν έχει συνδέσει άμεσα το περιστατικό αυτό με τις επιθέσεις της 13ης Νοεμβρίου, ωστόσο έχει πει πως δεν μπορεί να αποκλειστεί σύνδεση των δυο περιστατικών. Το γεγονός ότι ο άνδρας αυτός ήταν από το Μαυροβούνιο –μια χώρα των Δυτικών Βαλκανίων- και μπήκε στη Γερμανία με το αυτοκίνητό του, θα ενισχύσει τις απαιτήσεις για αυστηρότερους συνοριακούς ελέγχους στην επωνομαζόμενη βαλκανική μεταναστευτική οδό, που συνδέει την Ελλάδα με τη Βόρεια Ευρώπη.
Ως εκ τούτου, οι επιθέσεις στο Παρίσι θα βελτιώσουν τη δημοφιλία των αντιμεταναστευτικών κομμάτων σε πολλές ευρωπαϊκές χώρες και θα συνεχίσουν να αποδυναμώνουν τη λαϊκή στήριξη προς την συμφωνία Σένγκεν. Αρκετές χώρες, περιλαμβανομένων της Γερμανίας, της Σουηδίας, της Σλοβενίας και τηςΟυγγαρίας έχουν ήδη επαναφέρει τους συνοριακούς ελέγχους λόγω της προσφυγικής κρίσης. Η Ουγγαρία και η Σλοβενία μάλιστα έχουν σηκώσει φράχτες τα σύνορά τους. Μετά τις επιθέσεις της 13ης Νοεμβρίου, οι περισσότερες ευρωπαϊκές κυβερνήσεις θα δυσκολευτούν να δικαιολογήσουν μια πολιτική ανοικτών συνόρων.
Πηγή: Euro2day