Ο φόβος για επικράτηση του λαϊκισμού δεν επιβεβαιώθηκε στις κοινοβουλευτικές εκλογές της Γαλλίας, της Ολλανδίας και της Γερμανίας, ωστόσο η δημοσκοπική άνοδος του συνασπισμού υπό τον S. Berlusconi και η συνεργασία του κυβερνώντος κόμματος στην Αυστρία με τους ακροδεξιούς του FPÖ, έρχονται να αναζωπυρώσουν τις ανησυχίες των αξιωματούχων της της ευρωπαϊκής κοινότητας.
Επισημαίνεται ότι οι κάλπες θα ανοίξουν 07:00 τοπική ώρα (08:00 ώρα Ελλάδος) και θα κλείσουν στις 23:00 τοπική ώρα (00:00 ώρα Ελλάδος).
Τα πρώτα exit polls θα ανακοινωθούν λίγη ώρα αφότου κλείσουν οι κάλπες.
Η πλήρης καταμέτρηση αναμένεται να έχει ολοκληρωθεί μέχρι τις 03:00 ώρα Ελλάδος, Δευτέρα 5 Μαρτίου 2018.
Αρχικά, στον συνασπισμό δεξιάς/άκρας δεξιάς, συμμετέχουν η Forza Italia του διωκόμενου για σκάνδαλα πρώην πρωθυπουργού, η Lega Nord (Λίγκα του Βορρά) και η Fratelli d’ Italia, υπό τον Matteo Salvini και τη Giorgia Meloni, αντίστοιχα.
Μεταξύ άλλων, ο συνασπισμός έχει μιλήσει για την επιβολή ενός ενιαίου φόρου (23% κατά τον Berlusconi και 15% κατά τον Salvini), μείωση της λιτότητας, επαναδιαπραγμάτευση των ευρωπαϊκών δεσμεύσεων της Ιταλίας, επαναπατρισμός εκατοντάδων χιλιάδων μεταναστών χωρίς χαρτιά και παρεμπόδιση των νέων αφίξεων.
Να σημειωθεί ότι ο S. Berlusconi δεν συζητά το ενδεχόμενο μίας κατώτατης σύνταξης στα 1.000 ευρώ.
O Silvio Berlusconi έχει γνωστοποιήσει ότι, σε περίπτωση που κερδίσει, θα προτείνει τον Antonio Tajani ο οποίος αποδέχθηκε τελικώς το αίτημα του Berlusconi.
Ένα επίσης λαϊκιστικό κόμμα είναι αυτό το Bebe Grillo, το «Κίνημα των 5 Αστέρων», το οποίο διαθέτει καθαρά ευρωσκεπτικιστικό χαρακτήρα, τασσόμενο κατά της Ευρωζώνης.
Ο B. Grillo έχει καταρτίσει ένα πρόγραμμα 20 σημείων για τη βελτίωση «της ζωής των Ιταλών», στο οποίο όμως δεν γίνεται καμία αναφορά στην Ευρώπη μετά την εγκατάλειψη του σχεδίου για τη διεξαγωγή δημοψηφίσματος για την παραμονή της Ιταλίας στην ευρωζώνη.
Μεταξύ άλλων, το κόμμα υπόσχεται υιοθέτηση μηνιαίου καθολικού εισοδήματος, αύξηση των συντάξεων και αναθεώρηση των όρων συνταξιοδότησης, μείωση της φορολογίας εισοδημάτων, επενδύσεις στις νέες τεχνολογίες και κατάργηση της γραφειοκρατίας για τις επιχειρήσεις, διμερείς συμφωνίες για τον επαναπατρισμό των παράτυπων μεταναστών και 10.000 προσλήψεις στις δυνάμεις ασφαλείας και ανέγερση σωφρονιστικών ιδρυμάτων.
Ο τρίτος συνασπισμός αφορά τον κεντροαριστερό πολιτικό χώρο και περιλαμβάνει το Δημοκρατικό Κόμμα του πρώην πρωθυπουργού Matteo Renzi, το Together (περιλαμβάνει τα Italian Socialist Party και Federation of the Greens), το Popular Civic List (περιλαμβάνει τα Popular Alternative, Italy of Values, Centrists for Europe και Solidary Democracy) και το More Europe (περιλαμβάνει τα Italian Radicals, Forza Europa και Democratic Centre).
Η παράταξη επιθυμεί μείωση των φόρων και των δασμών για τις επιχειρήσεις, τις οικογένειες και τους πιο ευάλωτους πολίτες, υιοθέτηση εγγυημένου κατώτατου μισθού, επαναβεβαίωση του ευρωπαϊκού δόγματος με ταυτόχρονη έκκληση για δημιουργία «Ηνωμένων Πολιτειών της Ευρώπης», την άμεση εκλογή του προέδρου της Ευρωπαϊκής Επιτροπής από τους Ευρωπαίους πολίτες και τη δημιουργία θέσης ενός υπουργού Οικονομικών για την Ευρωζώνη, αλλά και τον επαναπατρισμό των μεταναστών στο εσωτερικό της Ε.Ε.. Επίσης, υπόσχεται πρόγραμμα επενδύσεων στις υποδομές, το υψηλής ταχύτητας Διαδίκτυο, την έρευνα και την εκπαίδευση και συνέχιση της πολιτικής του M.Renzi:
«Για κάθε ευρώ που επενδύεται στην ασφάλεια, ένα ευρώ να επενδύεται στον πολιτισμό».
Ο κ. Renzi επιθυμεί να επανέλθει δυναμικά στο πολιτικό σκηνικό, μετά την ήττα που οδήγησε και στην παραίτησή του, στο δημοψήφισμα για τη συνταγματική αναθεώρηση, τον Δεκέμβριο 2016.
Επισημαίνεται ότι ο Ιταλός πρωθυπουργός Paolo Gentiloni, ερωτηθείς το κεντροαριστερό Δημοκρατικό Κόμμα θα μπορούσε να στηρίξει έναν συνασπισμό με το κεντροδεξιό μπλοκ που απαρτίζεται από τη Forza Italia του Berlusconi και τη Λίγκα του Βορρά, έδωσε ξεκάθαρη απάντηση: «όχι».
Η δήλωση αυτή έχει ιδιαίτερο ενδιαφέρον δεδομένου ότι ο Ιταλός υπουργός Οικονομικών, Pier Carlo Padoan, δήλωσε στις αρχές Ιανουαρίου ότι ο συνασπισμός μεταξύ των βασικών κομμάτων της αριστεράς και της δεξιάς δεν θα πρέπει να αποκλειστεί εάν δεν υπάρξει ξεκάθαρος νικητής στις εκλογές της 4ης Μαρτίου.
Ο τέταρτος συνασπισμός αφορά την αριστερά των διαφωνούντων, στην οποία συμμετέχουν πολλά κινήματα της αριστεράς και οι διαφωνούντες του Δημοκρατικού Κόμματος υπό το κίνημα Ελεύθεροι και Ίσοι (Liberi e uguali). Μεταξύ άλλων, υπογραμμίζουν την ανάγκη για Νέα Πράσινη Συμφωνία για την ανάκαμψη της οικονομίας μέσω της οικολογίας, ακύρωση των μεταρρυθμίσεων στην αγορά εργασίας, οικονομική μεταρρύθμιση για να περιοριστούν οι πιέσεις στα εισοδήματα από την εργασία και την ανάγκη γάμου και υιοθεσίας για όλους.
Παράλληλα, διαμηνύουν πως προτεραιότητα αποτελούν η εκπαίδευση και η έρευνα.
Καθοριστικός παράγοντας η μεταναστευτική κρίση
Καθοριστικό παράγοντα για το αποτέλεσμα των εθνικών εκλογών στην Ιταλία την Κυριακή θα αποτελέσει η μεταναστευτική κρίση, καθώς, όπως παρατηρείται και παραπάνω, το επίμαχο ζήτημα βρίσκεται στην ατζέντα των τριών μεγάλων συνασπισμών.
Μόνο το 2017, στην Ιταλία κατέφθασαν 119.310 μετανάστες δια θαλάσσης, σύμφωνα με τα στοιχεία του Οργανισμού Μετανάστευσης των Ηνωμένων Εθνών, με 2.823 εξ αυτών να αφήνουν την τελευταία τους πνοή στον «υγρό τάφο» της Μεσογείου. Μάλιστα, τα στοιχεία του 2017 καταγράφουν τις μικρότερες αφίξεις την τελευταία τετραετία. Στο απόγειο της μεταναστευτικής κρίσης το 2016, έφτασαν στην Ιταλία 181.436 μετανάστες εκ των οποίων οι 4.581 καταγράφηκαν ως νεκροί ή αγνοούμενοι.
Το αντιμεταναστευτικό κλίμα έφτασε στο ζενίθ στις αρχές Φεβρουαρίου 2018, μετά την επίθεση σε βάρος μεταναστών στη Ματσεράτα, η οποία εκτιμάται ότι εκτελέστηκε από έναν Νεοναζί με διασυνδέσεις στην ακροδεξιά Λίγκα του Βορρά παλαιότερα. Μολονότι ο ηγέτης της Λίγκας καταδίκασε τη βία, έσπευσε να σημειώσει ότι η εκτός ελέγχου μετανάστευση οδηγεί σε χάος, θυμό και κοινωνικές συγκρούσεις.
O υπουργός Εσωτερικών Marco Minniti έχει παρουσιάσει τα σχέδιά του για την απέλαση περισσότερων μεταναστών, ωστόσο η εφαρμογή του είναι πολύ δύσκολη και δαπανηρή. Όπως έχει σχολιάσει και ο Federico Santi , αναλυτής της Eurasia Group, «τα δεξιά κόμματα βρίσκονται σε καλύτερη θέση ώστε να επωφεληθούν από τα βασικά ζητήματα της προεκλογικής εκστρατείας, κυρίως όσον αφορά τη μετανάστευση και την ασφάλεια.
Αντίστοιχα, στα οικονομικά ζητήματα, είναι πιθανμό να πείσουν περισσότερο τους ψηφοφόρους σε σχέση με το κατεστημένο Δημοκρατικό Κόμμα, ειδικά μετά την αποτυχία να φέρει την οικονομική ανάκαμψη, μετά από πέντε χρόνια στην εξουσία».
Το μυστικό «επιτυχίας» του Berlusconi – Οι αναλυτές εξηγούν γιατί παραμένει στο επίκεντρο της πολιτικής σκηνής
Παρά τα ροζ σκάνδαλα και τις καταδίκες για φορολογικές απάτες, ο Silvio Berlusconi παραμένει στο επίκεντρο της πολιτικής σκηνής στην Ιταλία και θα μπορούσε να διαδραματίσει κομβικό ρόλο στις επερχόμενες εκλογές.
«Το βασικό στοιχείο για τον Silvio Berlusconi, κατά τη γνώμη μου, είναι διαρκής ικανότητα να διαφοροποιείται σαφώς από τους ανταγωνιστές του στην ιταλική πολιτική σκηνή, παρά το γεγονός ότι ο ίδιος είναι πολιτικός για σχεδόν τρεις δεκαετίες ενώ έχει και αμφιλεγόμενο ιστορικό», δήλωνε στο CNBC ο Francesco Filia, στην Fasanara Capital, ενώ πρόσθεσε «ως αυτοδημιούργητος, μεγάλος πωλητής, άνθρωπος των επιχειρήσεων και δισεκατομμυριούχος, δεν ταιριάζει στην πολιτικό σκηνικό της Ιταλίας».
«Με μνήμες την κρίσης χρέους, τα νομικά προβλήματα του Berlusconi και τα ροζ σκάνδαλα έχουν κατά κάποιο τρόπο ξεθωριάσει.
Ο πρώην πρωθυπουργός τώρα αναζητά έναν τρόπο να παίξει τον ρόλο του ανώτερο πολιτικού», δήλωσε ο Peter Ceretti της Economist Intelligence Unit (EIU).
«Ο ίδιος περνάει το μήνυμα του σε διαφορετικά κοινά, γνωρίζοντας πότε να τους πει ένα αστείο και πότε είναι καλύτερο να συζητήσει για πολιτικά. Ακόμα και η ηλικίας του φαίνεται να είναι asset, καθώς περισσότερο από το 40% των Ιταλών ψηφοφόρων είναι 55 ή μεγαλύτεροι και περισσότερο από το ένα τέταρτο είναι 65 ή μεγαλύτερο», είπε ο Ceretti.
«Παρ’ όλο που ήταν πρωθυπουργός τρία διαφορετικά χρονικά διαστήματα, κατά κάποιον τρόπο, σε πολλούς Ιταλούς οι οποίοι είναι εξαγριωμένη με την πολιτική, μοιάζει με ένα outsider, που απέτυχε να στα μεγάλα σχέδια του για την Ιταλία λόγω αντίδρασης από το πολιτικό κατεστημένο. Κατά κάποιο τρόπο, η ασυνήθιστη σχέση του με τις αρχές της ΕΕ και την κα Merkel κατά το παρελθόν βοηθά επίσης τη σχέση του με τους Ιταλούς ψηφοφόρους, καθώς στο μεγαλύτερο μέρος της χώρας επικρατεί σκεπτικισμός για την ΕΕ», δήλωσε ο Filia.
Δημοσκοπήσεις
Όπως φαίνεται στο πολύ ενδιαφέρον γράφημα (πηγή: Wikipedia), σε επίπεδο κομμάτων το Κίνημα 5 Αστέρων και το Δημοκρατικό Κόμμα προηγούνται.
Σε επίπεδο συνασπισμού, ωστόσο, η παράταξη του S.Berlusconi διατηρεί το προβάδισμα, με το Κίνημα 5 Αστέρων και τον κεντροαριστερό συνασπισμό να ακολουθούν.
Να σχολιαστεί ότι οι δημοσκοπήσεις στην Ιταλία έχουν αποδειχθεί, ιστορικά, αναξιόπιστες.
Αναλυτικότερα:
Forza Italia (FI), People of Freedom (PdL), New Centre-Right (NCD), Union of the Centre (UdC), Lega Nord (LN), Us with Salvini (NcS), Left Ecology Freedom (SEL), Italian Left (SI), Democratic Party (PD) Democratic and Progressive Movement (MDP), Progressive Camp (CP), Popular Alternative (AP), Free and Equal (LeU), More Europe (+E), Together (I), Power to the People (PaP), Us with Italy (NcI), Popular Civic List (CP)
Η αβεβαιότητα που προκαλεί ο εκλογικός νόμος
Η αβεβαιότητα για τις δυνατότητες σχηματισμού κυβέρνησης αυξάνουν, καθώς με βάση τις σφυγμομετρήσεις κανένα από τα κόμματα και τις συμμαχίες που διεκδικούν την πρωτιά δεν κατορθώνει να συγκεντρώσει ούτε τις έδρες, ούτε και τα ποσοστά για να συγκροτήσει ένα σταθερό κυβερνητικό σχήμα.
Το βαθμό απροσδιοριστίας για τον σχηματισμό κυβέρνησης έχει αυξήσει αφενός ο εκλογικός νόμος, που αποτελεί ένα «υβρίδιο» απλής αναλογικής (από το οποίο θα αναδειχθεί το 64% των εδρών) και μονοεδρικών (που θα καλύψουν το υπόλοιπο 36% του απαιτούμενου αριθμού των 630 βουλευτών και 315 γερουσιαστών).
Ο νόμος αυτός —ο αποκαλούμενος Rosatellum— θεωρείται πως συντάχθηκε για να ευνοήσει τις μεγάλες κομματικές συμμαχίες, που κατεβάζουν κοινά αποδεκτούς υποψηφίους, σε βάρος των μεμονωμένων κομμάτων, ιδίως δε του ανερχόμενου Κινήματος των 5 Αστέρων του κωμικού Bebe Grillo, που λόγω καταδίκης του για φοροδιαφυγή δεν μπορεί να εκλεγεί και άφησε στην ηγεσία τον Luigi Di Maio.
Καθοριστικός παράγοντας για το αποτέλεσμα —όπως σε κάθε εκλογική αναμέτρηση στην Ιταλία—εξακολουθεί να παραμένει το ύψος της προσέλευσης στις κάλπες και το ποσοστό της αδιευκρίνιστης ψήφου.
Οι Ιταλοί ψηφοφόροι δηλώνουν σε μεγάλο ποσοστό αναποφάσιστοι, ή δηλώνουν ότι θα απέχουν.
Αξίζει να σημειωθεί ότι η Ε.Ε. ανησυχεί ιδιαίτερα για τον πιθανό κίνδυνο πολιτικής παράλυσης στην Ιταλία, με τον πρόεδρο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Jean calude Juncker να συνοψίζει το γενικότερο συναίσθημα των Ευρωπαίων απέναντι στις ιταλικές εκλογές:
«Θα επιθυμούσα μετά τις 4 Μαρτίου η Ιταλία να είναι σε θέση να διαθέτει μία κυβέρνηση που θα μπορεί να κυβερνά» χάρις σε μία στέρεα κοινοβουλευτική πλειοψηφία.
Το πολιτικό σταυρόλεξο της Ιταλίας φαίνεται πως δε θα λυθεί μετεκλογικά…
Οικονομικά…
Η πορεία της ιταλικής οικονομίας
Σύμφωνα με την Παγκόσμια Τράπεζα, η ιταλική οικονομία αναπτύχθηκε κατά 0,9% για το σύνολο του 2016, έναντι αντίστοιχων επιδόσεων 1% και μόλις 0,1% τα έτη 2015 και 2014. Η ιταλική κυβέρνηση προβλέπει μεγέθυνση του ΑΕΠ κατά 1,1% για το 2017.
Τα πρώτα χρόνια ευρωπαϊκής κρίσης, η τρίτη μεγαλύτερη οικονομία της Ε.Ε. παρουσίασε ύφεση 2,8% και 1,7%, τα έτη 2012 και 2013, αντίστοιχα.
Σε ό,τι αφορά στο δημόσιο χρέος, ως ποσοστό επί του ΑΕΠ, μειώθηκε περίπου κατά το ήμισυ της ποσοστιαίας μονάδας το 2017 σε σχέση με το 2016, σε γενικές γραμμές σε αντιστοιχία με τον στόχο της κυβέρνησης, όπως ανέφερε πρόσφατα ο Fabio Panetta, μέλος του εκτελεστικού συμβουλίου της Τράπεζας της Ιταλίας, σε ομιλία του στο Λονδίνο.
Σημειώνεται ότι το 2016, το χρέος της Ιταλίας ανήλθε στο 132,0% του ΑΕΠ της χώρας – το υψηλότερο επίπεδο στην Ευρωζώνη μετά την Ελλάδα. Στόχος της κυβέρνησης του Paolo Gentiloni ήταν να μειωθεί στο 131,6% το 2017. Η Τράπεζα της Ιταλίας θα ανακοινώσει τα επίσημα στοιχεία για το 2017 τον Απρίλιο.
Μεγάλο «αγκάθι» παραμένουν οι τράπεζες, αν και, βέβαια, έχει σημειωθεί σημαντική πρόοδος. Ενδεικτικά, όπως -μεταξύ άλλων- ανέφερε ο καναδικός οίκος DBRS, οι ιταλικές τράπεζες συνέχισαν να συρρικνώνουν με ταχείς ρυθμούς τα χαρτοφυλάκια των προβληματικών δανείων (NPEs και NPLs) το 9μηνο του 2017, μία διαδικασία που όμως ασκεί πιέσεις στην κερδοφορία και την κεφαλαιοποίηση, δεδομένης της μεγάλης διαφοράς μεταξύ της λογιστικής αξίας και της τιμής πώλησης των NPLs.
Για την περίοδο Ιανουαρίου-Σεπτεμβρίου 2017, οι τράπεζες της Ιταλίας παρουσίασαν συνολικά καθαρά κέρδη περίπου 11 δισ. ευρώ, έναντι 1,8 δισ. την αντίστοιχη περίοδο του 2016.
Κατά το 9μηνο που έληξε στις 30 Σεπτεμβρίου 2017, το συνολικό απόθεμα των ακαθάριστων NPEs μειώθηκε κατά περίπου 27 δισεκ. ευρώ, σε 218 δισεκ. ευρώ, από 246 δισεκ. ένα χρόνο νωρίτερα. Η αναλογία των NPEs και NPLs -ως προς το σύνολο των δανείων- βελτιώθηκε σε 15,7% και 8%, αντίστοιχα, από 17,9% και 9,5% τον Δεκέμβριο του 2016.
Τα 5 ερωτήματα σχετικά με τις ιταλικές εκλογές – Το ενδεχόμενο δυσάρεστης έκπληξης
Αν και οι επενδυτές νοιώθουν αισιόδοξοι σχετικά με το αποτέλεσμα των ιταλικών εκλογών (4/3/2018) -καθώς η ενίσχυση της οικονομίας αποδυναμώνει τα λαϊκιστικά κόμματα- δεν αποκλείεται και μια δυσάρεστη έκπληξη.
Οι εκλογές θα διεξαχθούν την ίδια ημέρα την ψηφοφορία στο SPD για τον Μεγάλο Συνασπισμό, το αποτέλεσμα της οποίας θα μπορούσε είτε να καταστρέψει τη Merkel είτε να της ανοίξει τον δρόμο για μια τέταρτη θητεία. Ωστόσο, το αποτέλεσμα είναι εξίσου σημαντικό και για τις ευρωπαϊκές χώρες μεταξύ των οποίων και η Ιταλία καθώς ένας νέος συνασπισμός αναμένεται να τηρήσει μια περισσότερο φιλο-ευρωπαϊκή στάση και μια συναινετική προσέγγιση όσον αφορά στις δημοσιονομικές πολιτικές στο μπλοκ.
Το Reuters επισημαίνει τα πέντε ερωτήματα που «ταλαιπωρούν» τους επενδυτές:
1. Ποιο είναι το πιθανότερο αποτέλεσμα για τις ιταλικές εκλογές και τι θα σήμαινε αυτό για τους επενδυτές;
Σύμφωνα με τις τελευταίες δημοσκοπήσεις, από τις εκλογές δεν θα προκύψει αυτοδύναμη κυβέρνηση από ένα μόνο κόμμα. Σε αυτή την περίπτωση, ο Ιταλός πρόεδρος, Sergio Mattarella, θα ζητήσεις από τα κόμματα να σχηματίσουν έναν ευρύτερο συνασπισμό αντίπαλων κομμάτων.
Αυτό θα μπορούσε να αφορά το Δημοκρατικό Κόμμα και τη Forza Italia του Silvio Berlusconi. Ακόμα και σε αυτή την περίπτωση, οποιαδήποτε αβεβαιότητα σχετικά με τον σχηματισμό κυβέρνησης θα μπορούσε να οδηγήσει σε βραχυπρόθεσμη μεταβλητότητα.
2. Τι θα μπορούσε να εκπλήξει τις αγορές;
Οι ιταλικές εκλογές διεξάγονται υπό ένα νέο, μην δοκιμασμένο εκλογικό σύστημα, που κάνει το αποτέλεσμα ιδιαίτερα αβέβαιο. Είναι πιθανό ότι ένας συνασπισμός κεντροδεξιών κομμάτων θα κερδίσει την πλειοψηφία.
Μια έκπληξη θα μπορούσε να είναι μια νίκη της κεντροδεξιάς, με μεγαλύτερο κόμμα την ευρωσκεπτικιστική League, δίνοντας πιθανότατα την δυνατότητα στον ηγέτης της να γίνει πρωθυπουργός.
Ωστόσο, η νίκη της League, που θεωρεί το ευρώ «αποτυχημένο νόμισμα», θα μπορούσε να αναβιώσει τους φόβους διάλυσης και να διευρύνει το χάσμα μεταξύ των ιταλικών και των γερμανικών ομολόγων.
Ένα εκλογικό αποτέλεσμα που επιτρέπει στη League ή στο Κίνημα των 5 Αστέρων να έχει ένα κεντρικό ρόλο στην κυβέρνηση ενδέχεται να έχει το ίδιο αποτέλεσμα. Και αν δεν σχηματιστεί κυβέρνηση, δεν μπορούν να αποκλειστούν νέες εκλογές.
3. Τι γίνεται με την ψηφοφορία στο SPD;
Το αποτέλεσμα της ψηφοφορίας στο SPD -που είναι βασικό ώστε να μπει ένας τέλος στην 5μηνη αβεβαιότητα στη μεγαλύτερη οικονομία της Ευρώπης- είναι ανοιχτό.
Σε περίπτωση που εγκριθεί η συμφωνία τότε ανοίγει ο δρόμος για τον Μεγάλο Συνασπισμό, ενώ σε αντίθετη περίπτωση η Γερμανία θα οδηγηθεί είτε σε νέες εκλογές είτε σε κυβέρνηση μειοψηφίας. Αυτή η εξέλιξη, όμως, θα παρατείνει την περίοδο αβεβαιότητας και θα βλάψει το επιχειρηματικό κλίμα, ενώ θα αποτελέσει σοκ για τις αγορές ομολόγων της νότιας Ευρώπης.
4. Η νικητής των ιταλικών εκλογών θα αντιμετωπίσει το πρόβλημα του χρέους;
Πιθανώς όχι.
Όποια και αν είναι η επόμενη κυβέρνηση της Ιταλίας, οι πιθανότητες να προωθηθούν μακροπρόθεσμες διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις για τη βελτίωση της οικονομικής απόδοσης της Ιταλίας ή για την αντιμετώπιση του χρέους της χώρας είναι χαμηλές.
Στην πραγματικότητα, οι υποσχέσεις για εκλογές θα μπορούσαν να επιδεινώσουν την κατάσταση. Αυτό θα μπορούσε να κάνει περισσότερους επενδυτές να σκεφτούν ότι η Ιταλία είναι ο αδύναμος κρίκος της ευρωζώνης, καθιστώντας τα ιταλικά assets ευάλωτα σε περιόδους αβεβαιότητας στην αγορά ή κατά την κατάργηση των μέτρων της ΕΚΤ για την τόνωση της οικονομίας.
5. Τι σημαίνει αυτό για τη νομισματική πολιτική της ΕΚΤ;
Η έγκριση της συμφωνίας για τον Μεγάλο Συνασπισμό θα υποδηλώνει μέτρια δημοσιονομική επέκταση και κατά συνέπεια καλύτερη ανάπτυξη και υψηλότερο πληθωρισμό. Αυτό θα μπορούσε να επιταχύνει το τέλος της εποχής του φθηνού χρήματος και να διατηρήσει τις ανοδικές πιέσεις στα κόστη δανεισμού.
Αν οι ιταλικές εκλογές προχωρήσουν χωρίς φασαρία, θα περιορίσει το πολιτικό ρίσκο και θα ενισχύσει την υπόθεση για την κατάργηση των μέτρων τόνωσης της ΕΚΤ.
Στη συνέχεια, το ενδιαφέρον θα επικεντρωθεί στον επόμενο επικεφαλής της ΕΚΤ, μια θέση που θα αλλάξει χέρια το 2019. Ωστόσο, οποιαδήποτε αρνητική έκπληξη από την Ιταλία ή τη Γερμανία θα μπορούσε να ενθαρρύνει την ΕΚΤ να συνεχίσει τις αγορές assets μετά τον Σεπτέμβριο του 2018, με αποτέλεσμα οι επενδυτές να ξανασκεφτούν το χρονοδιάγραμμα αυξήσεων των επιτοκίων.
Capital Economics: Τρία σενάρια για την επόμενη μέρα των εκλογών (4/3) στην Ιταλία
Επανέρχεται στην επιφάνεια η ανησυχία για την ιταλική οικονομία εν όψει της εκλογικής αναμέτρησης στις 4 Μαρτίου 2018, σημειώνει η Capital Economics σε ανάλυσή της με τίτλο «How big a threat is Italy’s election (πόσο μεγάλη είναι η απειλή των ιταλικών εκλογών;), την οποία παρουσιάζει το bankingnews.gr.
Οι εκλογές φαίνεται ότι θα οδηγήσουν σε μια κυβέρνηση η δημοσιονομική πολιτική της οποίας θα επικεντρώνεται κατά κύριο λόγο στις φορολογικές περικοπές. Ωστόσο, οι αναλυτές εκφράζουν αμφιβολίες ότι αυτή η πολιτική θα δώσει μεγάλη ώθηση στην οικονομία.
Την ίδια ώρα, η επόμενη κυβέρνηση πιθανότατα θα είναι λιγότερο ευνοϊκή απέναντι στο ευρώ, με αποτέλεσμα να επανέρχονται στο προσκήνιο οι ανησυχίες των επενδυτών.
Όλα τα σενάρια
Το τοπίο είναι θολό και τα σενάρια πολλά, με το hung parliament να είναι ένα από τα επικρατέστερα. Στην περίπτωση που κανένα κόμμα ή συμμαχία δεν είναι ικανό για τον σχηματισμό κυβέρνησης, η Ιταλία θα εισέλθει σε μια περίοδο παρατεταμένης αβεβαιότητας και διαπραγματεύσεων.
Ωστόσο, η Capital Economics δεν αναμένει σοβαρές επιπτώσεις στην οικονομία, καθώς η Ιταλία είναι συνηθισμένη σε μεγάλες περιόδους πολιτικής αστάθειας και αβεβαιότητας.
Ένα δεύτερο σενάριο προβλέπει ότι η κεντροδεξιά συμμαχία υπό τον Silvio Berlusconi θα καταφέρει να σχηματίσει κυβέρνηση. Σε αυτή την περίπτωση οι αναλυτές εκτιμούν ότι οι πολιτικές που θα εφαρμοστούν θα οδηγήσουν σε σημαντική αύξηση του δημοσίου χρέους και του ελλείμματος.
Από τη στιγμή που η νέα κυβέρνηση θα είναι πιο επιφυλακτική απέναντι στο ευρώ, προκύπτει το ρίσκο της ανόδου των αποδόσεων και των spreads στα ομόλογα.
Το τρίτο σενάριο κάνει λόγο για μια κυβέρνηση «Μεγάλου Συνασπισμού», με τη συνεργασία κομμάτων της κεντροαριστεράς και της κεντροδεξιάς.
Η Capital Economics έχει στηρίξει τις εκτιμήσεις της σε αυτό το σενάριο και όπως τονίζει, σε αυτή την περίπτωση το ΑΕΠ θα παραμείνει στα τρέχοντα επίπεδα, ενώ η δημοσιονομική κατάσταση θα είναι καλύτερη, σε σχέση με το ενδεχόμενο σχηματισμού μιας κεντροδεξιάς κυβέρνησης.
Σε κάθε περίπτωση, η Capital Economics εκτιμά ότι θα είναι δύσκολη η περαιτέρω ευρωπαϊκή ολοκλήρωση, την επομένη των εκλογών στην Ιταλία.
Όσον αφορά τη δημοσιονομική ολοκλήρωση, τα περισσότερα κόμματα αντιτίθενται στην πραγματοποίηση μεγαλύτερων πληρωμών προς την Ε.Ε.. Την ίδια ώρα, η αδυναμία των ιταλικών τραπεζών και η έλλειψη σχεδίου για την επίλυση του προβλήματος θα μπορούσαν να εμποδίσουν την πρόοδο της τραπεζικής ένωσης.
Ωστόσο, είναι μάλλον απίθανο η νέα κυβέρνηση της Ιταλίας να επιχειρήσει την έξοδο της χώρας από την Ευρωζώνη, αν και μια τέτοια εξέλιξη θα αποτελούσε πολύ μεγαλύτερο πρόβλημα από το Grexit, όπως σχολιάζουν χαρακτηριστικά.
Διχασμένοι οι αναλυτές – Ο κίνδυνος εκτόξευσης του χρέους
Αν και το ενδεχόμενο ο Silvio Berlusconi να κληθεί μετά τις εκλογές της Κυριακής στην Ιταλία να συγκροτήσει κυβέρνηση, αυξάνει το πολιτικό ρίσκο για τις αγορές, δεν υπάρχουν σοβαρές ενδείξεις ότι οι επενδυτές θα παρεμποδίσουν ένα καλό ράλι.
Σύμφωνα με το Bloomberg, o ιταλικός χρηματιστηριακός δείκτης έχει ενισχυθεί κατά 4% φέτος (2018), ενώ το premium των ιταλικών ομολόγων έναντι των γερμανικών έχει υποχωρήσει κατά την τελευταία εβδομάδα της προεκλογικής εκστρατείας. Κι αυτό παρά το ενδεχόμενο να μην προκύψει αυτοδύναμη κυβέρνηση στις εκλογές, κάτι που θα δώσει την ευκαιρία στον Berlusconi να κινεί τα νήματα. Δεδομένου ότι δεν του επιτρέπεται να είναι επικεφαλής κυβέρνησης, το αποτέλεσμα θα μπορούσε να είναι μια ασταθής συμμαχία με την ευρωσκεπτικιστική Northern League, εάν τα δύο κόμματα μπορούν να ξεπεράσουν τις διαφορές τους. Ωστόσο, δεν έχουν πειστεί όλοι ότι τα πράγματα θα κυλήσουν ομαλά.
Η Bank of America έχει προειδοποιήσει τους πελάτες της ότι θα πρέπει να περιορίσουν την έκθεση τους στα ιταλικά εταιρικά ομόλογα. Επισημαίνεται ότι τα εταιρικά ομόλογα από τους κλάδους της ενέργειας, της κοινής ωφέλειας και των μεταφορών αποδίδουν λιγότερα έναντι των κρατικών ομολόγων. «Αυτές οι τσέπες της πιστωτικής αγοράς είναι πιο επιρρεπείς στη διεύρυνση» επισημαίνεται σε πρόσφατο ενημερωτικό σημείωμα της αμερικανικής τράπεζας. Το σκηνικό μείωσης των μέτρων τόνωσης της οικονομίας από την Ε.Κ.Τ. σημαίνει ότι αγορές assets «δεν θα μπορούσαν να αποτρέψουν τις short θέσεις τόσο όσο οι γαλλικές εκλογές του περασμένου έτους».
Την ίδια στιγμή, η Citigroup έχει προειδοποιήσει σχετικά με το ενδεχόμενο μιας σπάταλης κυβέρνησης. «Όλες οι οικονομικές προτάσεις που συζητήθηκαν ενόψει των εκλογών δείχνουν προς μια κατεύθυνση: απότομη αύξηση του κρατικού χρέους» έχουν επισημάνει οι αναλυτές της Citigroup τονίζοντας ότι οι επενδυτές «τείνουν να ξεχνούν ότι το πιο πιθανό σενάριο είναι μια κυβέρνηση που κατά κάποιο τρόπο θα ηγείται από τον Berlusconi, τον οποίο οι αγορές δεν προτιμούν». Ωστόσο, η Ιταλία έχει αντιμετωπίσει ξανά στο παρελθόν ανησυχίες σχετικά με το χρέος και κάποιοι αναλυτές καταλήγουν στο συμπέρασμα ότι μερικά νέα πρόσωπα στην κυβέρνηση δεν θα αλλάξουν και παρά πολλά.
Ενδεικτικά αναφέρεται ότι οι Barclays και Morgan Stanley παραμένουν bullish για τα ιταλικά ομόλογα.
Μπόνους…
Το άρθρο-καταπέλτης της γενικής γραμματέως της Ιταλικής Ομοσπονδίας Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, στη Guardian
Πολύ ξένοι παρατηρητές δηλώνουν έκπληκτοι από την επιστροφή του S. Berlusconi στην πρώτη γραμμή της πολιτικής σκηνής.
Σε ηλικία 81 ετών και μη μπορώντας να κατέβει ως υποψήφιος μετά από απόφαση που έλαβε δικαστήριο το 2013, ο Berlusconi ρίχνει όλες του τις δυνάμεις στην προεκλογική καμπάνια του κόμματός του Forza Italia, ενόψει των εκλογών της 4ης Μαρτίου.
Εγώ προσωπικά δεν απορώ καθόλου από αυτήν την εξέλιξη, γράφει η S. Gasparini γενική γραμματέας της Ιταλικής Ομοσπονδίας Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων σε άρθρο της στην εφημερίδα The Guardian.
Ο Berlusconi δεν είναι ο μόνος πολιτικός στη χώρα μου που προσπαθεί να επιστρέψει στην πολιτική ζωή, παρά το γεγονός οτι εδώ και καιρό έχει χάσει όλη του την αξιοπιστία.
Ο R. Formigoni, πρώην πρόεδρος της περιφέρειας της Λομβαρδίας, ο οποίος το 2016 καταδικάσθηκε σε έξι χρόνια φυλάκιση για διαφθορά και αναμένοντας την έκβαση άλλων δικαστικών αποφάσεων, είναι άλλο ένα παράδειγμα.
Είναι σαν οι Ιταλοί να τα είδαν εκ των προτέρων,- αλλά να μην τους νοιάζει. Για να καταλάβετε το γιατί, αρκεί να ρίξετε μία ματιά στην ιστορία μας.
Η Ιταλία ενοποιήθηκε και έγινε κράτος το 1861. Την επόμενη μέρα ο πολιτικός και διανοούμενος Masimo D’ Azelio είπε το περίφημο: «Φτιάξαμε την Ιταλία, τώρα πρέπει να φτιάξουμε τους Ιταλούς». Αναφερόταν στις προκλήσεις της δημιουργίας μιας εθνικής ταυτότητας βασισμένης σε αρχές παρόμοιες με εκείνες που γέννησε η γαλλική Επανάσταση.
Η έκκληση του όμως δεν εισακούσθηκε.
Στην πιο σκοτεινή περίοδο της ιστορίας μας, το καθεστώς του Mousolini προσπάθησε να επιβάλει στον λαό μια αγάπη για τη χώρα του, στη βάση μίας ολοκληρωτικής και φονικής ιδεολογίας. Η στρατιωτική φρενίτιδα που κατέλαβε τότε ολόκληρη σχεδόν την Ιταλία, στο πλευρό των Ναζί, είχε ως αποτέλεσμα να καταστραφούν οι πόλεις μας και να δημιουργηθεί τεράστια φτώχεια.
Όμως, αυτό ίσως να μην ήταν το χειρότερο.
Αν και οι μεταπολεμικές προσπάθειες να ανοικοδομηθεί η χώρα έδωσαν τη θέση τους σε αυτό που αργότερα θα γινόταν γνωστό ως «ιταλικό οικονομικό θαύμα», οι ψυχολογικές επιπτώσεις του φασισμού αποδείχθηκαν καταστροφικές.
Οι Ιταλοί κληρονόμησαν από τον πόλεμο μια συλλογική αίσθηση ντροπής – η οποία, δυστυχώς, γρήγορα ξεχάστηκε.
Η ντροπή καλλιεργήθηκε από το γεγονός ότι οι Ιταλοί επέτρεψαν την εξολόθρευση των Εβραίων συμπολιτών τους και δολοφόνησαν τον Mousolini και την ερωμένη του, αντί να τους δικάσουν.
Μας άφησε επίσης ένα σύμπλεγμα κατωτερότητας απέναντι στους νικητές και μία αέναη αίσθηση αποτυχίας.
Αυτό εξηγεί εν μέρει γιατί πολλοί Ιταλοί προσβάλλονται τόσο γρήγορα όταν, για παράδειγμα, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή κάνει επισημάνσεις για την πορεία των δημοσιονομικών μας ή όταν η Γαλλία δεν μας δίνει τόσο μεγάλη σημασία όσο δίνει στη Γερμανία.
Ομοίως, όταν τα διεθνή μέσα ενημέρωσης μας παρουσιάζουν ως στερεότυπα, σπάνια αναρωτιόμαστε: μήπως άραγε έχουμε συμβάλει και εμείς σε όλο αυτό;
Η μεταπολεμική εποχή μας προσέφερε μια δημοκρατική ευκαιρία. Το νέο δημοκρατικό καθεστώς υποτίθεται ότι επιτρέπει και ενθαρρύνει τη λαϊκή συμμετοχή στην πολιτική ζωή.
Η ελευθερία του λόγου και η ελευθερία του συνέρχεσθαι θα έπρεπε να έχουν προετοιμάσει το έδαφος για μια εποικοδομητική συζήτηση των πολιτών.
Όμως, η ιστορία δεν λειτουργεί πάντα με αυτόν τον τρόπο.
Κατά τη διάρκεια των επομένων δεκαετιών – μερικές από τις οποίες ήταν ιδιαίτερα ταραχώδεις- πολιτικά κόμματα απέκλιναν από τη δεδηλωμένη συνταγματική τους αποστολή, επιτρέποντας στους πολίτες να «συμβάλλουν με δημοκρατικό τρόπο στην έκφραση της εθνικής πολιτικής».
Αντ ‘αυτού, σχημάτισαν ένα συμπαγές μπλοκ μέσα σε αυτό που ονομάζουμε «partitocrazia» -(κομματοκρατία)- όπου η εξουσία εναποτίθεται στα πολιτικά κόμματα, παρά στους πολίτες. Τοιουτοτρόπως εξαπλώθηκε ένα καρκινικό σύστημα που διείσδυσε σε πολλούς τομείς: στην οικονομία, στα μέσα ενημέρωσης και στο δικαστικό σώμα.
Βρήκε έναν ουσιαστικό σύμμαχο στην απλή αναλογική του εκλογικού μας συστήματος, το θεμέλιο της κυβερνητικής αστάθειας.
Το αποτέλεσμα είναι οι Ιταλοί να έχουν συνηθίσει να ψηφίζουν χωρίς να έχουν καμία ιδέα για το τι θα προκύψει μετά.
Το ενδιαφέρον του κόσμου για την πολιτική ξεθώριασε.
Η κόπωση, αν όχι η αγανάκτηση, επιδεινώθηκαν τα τελευταία χρόνια εξαιτίας και της οικονομικής κρίσης.
Μία ανατροπή πραγματοποιήθηκε το 1991, τρία χρόνια πριν γίνει πρωθυπουργός ο Berlusconi.
Σε μια από τις τελευταίες σύγχρονες εκδηλώσεις μαζικού πολιτικού ενθουσιασμού, διενεργήθηκε δημοψήφισμα στο οποίο οι ψηφοφόροι καλούντο να απαντήσουν εάν ήθελαν να καταργηθεί το αναλογικό σύστημα στις εκλογές της Γερουσίας.
Με συντριπτική πλειοψηφία, της τάξης του 95%, οι πολίτες ψήφισαν υπέρ αυτής της αλλαγής τασσόμενοι υπέρ ενός πλειοψηφικού εκλογικού συστήματος.
Αυτό που συνέβη στη συνέχεια είναι χαραγμένο στη μνήμη μου ως η πρώτη μου μεγάλη πολιτική απογοήτευση. Ο νόμος που ψηφίσθηκε δεν σεβόταν την επιλογή των ψηφοφόρων.
Αντιθέτως, ο συγκεκριμένος νόμος εισήγαγε έναν υβριδικό εκλογικό μηχανισμό ο οποίος δεν βοηθούσε καθόλου στην επίλυση του προβλήματος της πολιτικής αστάθειας. Η λαϊκή κυριαρχία υπέστη τότε την μεγαλύτερη ταπείνωση.
Σήμερα, το πιο ανησυχητικό είναι η άνοδος του ρατσισμού κατά των μεταναστών.
Έχουμε φθάσει σε ένα σημείο όπου ακόμη και οι μορφωμένοι άνθρωποι συμφωνούν με τη ρητορική που εξαπλώνεται, τόσο από τη δεξιά, όσο και από την Κίνηση των Πέντε Αστέρων (M5S) του P. Grillo.
Η ικανότητα του τελευταίου να διαδίδει ψεύτικα νέα, μεταξύ άλλων μέσω ιστότοπων προπαγάνδας συνδεδεμένων με τη Ρωσία, έχει τεκμηριωθεί καλά. Αυτό όμως που έχει ως επί το πλείστον επιτύχει το M5S, είναι να ενσταλάξει μια νέα τάση κυνισμού στην πολιτική μας και να αναζωπυρώσει μια φασιστική νοοτροπία.
Εβδομήντα πέντε χρόνια μετά, η γοητεία της ακροδεξιάς θέλγει πολλά τμήματα του πληθυσμού. Μετά τη φρίκη του πολέμου, κανείς δεν θα μπορούσε να τολμήσει να εκφράσει φασιστικές ιδέες όμως, με την πάροδο του χρόνου, φαίνεται ότι οι άνθρωποι ξέχασαν.
Οι πολιτικοί άρχισαν να εκφράζουν απόψεις μίσους και μισαλλοδοξίας, χωρίς καμία απολύτως ντροπή. Πριν από ένα χρόνο ο M. Salvini, ηγέτης της Λέγκας του Βορρά, κάλεσε σε «ένα μαζικό καθάρισμα της Ιταλίας, από δρόμο σε δρόμο, από γειτονιά σε γειτονιά, από πλατεία σε πλατεία, ακόμα και με τη χρήση βίας εάν χρειασθεί».
Πρόσφατα ένα ακροδεξικός ακτιβιστής που παλαιότερα είχε κατέβει ως υποψήφιος της Λέγκας του Βορρά άνοιξε πυρ εναντίον μεταναστών στη Ματσεράτα.
Πώς θα κλείσει ο φαύλος αυτός κύκλος;
Πιστεύω ότι η λύση για τη χώρα μου έγκειται στην ελπίδα ότι κάποια μέρα θα προκύψουν οι Ηνωμένες Πολιτείες της Ευρώπης. Είναι αλήθεια ότι στην Ιταλία έχει μειωθεί αισθητά η υποστήριξη προς την Ε.Ε..
Όμως, οι κοινοί ευρωπαϊκοί κανόνες είναι αυτοί που εμποδίζουν την Ιταλία να κατρακυλήσει περαιτέρω στον λαϊκισμό και να εξαλείψει τις δημοκρατικές αρχές.
Το να ανήκουμε στην Ε.Ε. αποτελεί ένα προπύργιο ενάντια στα χειρότερα ένστικτά μας.
Η Ιταλία δεν διαθέτει θεσμούς αξιόπιστους στα μάτια των πολιτών της. Η διαφθορά και η αναξιοκρατία είναι διαδεδομένες. Δεκαετίες κακής χρήσης δημόσιων πόρων και κακής διακυβέρνησης είχαν ως αποτέλεσμα το δημόσιο χρέος να φθάσει στο 131% του ΑΕΠ.
Χωρίς ένα πραγματικό πολιτικό σχέδιο, στο οποίο οι πολίτες θα είναι πρωταγωνιστές και όχι κουρασμένοι θεατές, δεν πρόκειται να βγούμε από αυτό το χάος…
Βασίλης Μεταξάς
www.bankingnews.gr