Οι πρόσφατες δηλώσεις Μέρς από το Συμβούλιο της ΕΚΤ έχουν ανησυχήσει κάποιους τραπεζίτες καθώς συμπίπτουν με την έναρξη το πρώτου κύκλου πραγματικού ελέγχου στα συστήματα διαχείρισης κινδύνου πάνω από 150 συστημικών τραπεζών που στηρίζουν την κερδοφορία τους στην διαχείριση σύνθετων παραγώγων.
Όταν η ΕΚΤ διαμαρτύρεται γιατί δεν την αφήνουν να ελέγχει..
Αλλά μόνο εκεί, όχι στα θέματα εποπτείας. Το καμπανάκι δεν χτυπάει μόνο για τα παράγωγα, αλλά συνολικά για τα συστήματα διαχείρισης κινδύνου για τα οποία έχουν εναποθέσει τις ευθύνες αποτελεσματικότητας στις ίδιες τις τράπεζες.
Το ενδιαφέρον είναι οτι το test για τα συστήματα διαχείρισης κινδύνου θα πρέπει να οδηγήσει, πέρα από τις άμεσες δράσεις όπου εντοπισθεί κίνδυνος και σε ομογενοποίηση των συστημάτων υπό την ευθύνη του SSM. Ο έλεγχος θα κρατήσει περί τα 2 χρόνια και ουσιαστικά θα συμπέσει με τον επόμενο κύκλο των stress test.
Η χρονική σύμπτωση δεν είναι τυχαία καθώς η ΕΚΤ έχει άμεσα υπό τον έλεγχό της τις συστημικές τράπεζες της Ευρώπης αλλά όχι και τις υπόλοιπες οι οποίες παραμένουν υπό την ευθύνη της τοπικής κεντρικής τράπεζας σε κάθε χώρα μέλος.
Ο κ. Ντράγκι «κατηγορείται” από ορισμένους ειδικά στην Γερμανία οτι θέλει να βάλει υπό τον έλεγχό του και τις περιφερειακές τράπεζες οι οποίες είναι χιλιάδες σ’ ολόκληρη την Ευρώπη. Αλλά κατά πως φαίνεται η προσοχή της ΕΚΤ στρέφεται κυρίως σε εκείνες που έχουν φορτωθεί τα τελευταία χρόνια με μεγάλους όγκους παραγώγων (όπως οι γερμανικές).
Το πολιτικό πρόβλημα στις επιδιώξεις αυτές είναι οτι οι περιφερειακές τράπεζες που δεν έχουν ενταχθεί στις συστημικές αποτελούν σε μεγάλο βαθμό εργαλεία πολιτικής στις διάφορες χώρες ειδικά στις κεντροευρωπαϊκές. Και η ένταξή τους σε ενα σύστημα ελέγχου της ΕΚΤ/SSM σημαίνει οτι αφ’ ενός αυτός ο ρόλος θα περιορισθεί δραστικά και αφ’ εταίρου ο SSM θα πρέπει να γιγαντωθεί σε πρωτοφανή βαθμό για να αντεπεξέλθει. Και οι κυβερνήσεις δεν θέλουν το «μονοπώλιο” ελέγχου της ΕΚΤ σε τόσο ευαίσθητα σημεία της «εθνικής” οικονομίας και πολιτικής.