Ο κ. Μερς με διακριτικό αλλά αρκετά σαφή τρόπο δύο 24ωρα πριν δρομολογηθεί ο κύκλος ελέγχου των τραπεζών υποστήριξε δημόσια οτι «ενώ η ΕΚΤ ως εποπτική αρχή συνεχίζει να γνωρίζει υψηλό βαθμό λειτουργικής και οικονομικής ανεξαρτησίας, η διακριτική ευχέρεια της τράπεζας σε αποφάσεις πολιτικής και στη χρήση των εποπτικών εργαλείων, περιορίζεται από τις ευρωπαϊκές και εθνικές νομοθετικές και ρυθμιστικές αρχές».Από ορισμένους αναλυτές η δήλωση αυτή «διαβάζεται” σαν προειδοποίηση στις τράπεζες οτι επίκεινται αλλαγές στον τρόπο που οι ευρωπαϊκές τράπεζες διαμορφώνουν με δική τους ευθύνη τα συστήματα διαχείρισης κινδύνου. Πολύ περισσότερο μάλιστα που ορισμένες από αυτές, έχουν καταφύγει ολοένα και περισσότερο τελευταία στην «επενδυτική” περιπέτεια των σύνθετων παραγώγων, για να στηρίξουν την κερδοφορία τους σε περιβάλλον μηδενικών ή αρνητικών επιτοκίων.Οι πρώτες στην λίστα ελέγχου του SSM οσο αφορά τους ελέγχους για τους κινδύνους που κουβαλάνε στα χαρτοφυλάκιά τους λόγω παραγώγων, είναι οι γερμανικές κατά βάση αλλά και οι γαλλικές και ολλανδικές τράπεζες. Και εκεί ο κ. Μέρς υποστηρίζει οτι η ΕΚΤ δεν έχει την επαρκή ελευθερία δράσης καθώς τα εθνικά χαρακτηριστικά στα συστήματα ελέγχου περιορίζουν την ανεξαρτησία δράσης της η οποία στα θέμα νομισματικής πολιτικής είναι επαρκής.

Αλλά μόνο εκεί, όχι στα θέματα εποπτείας. Το καμπανάκι δεν χτυπάει μόνο για τα παράγωγα, αλλά συνολικά για τα συστήματα διαχείρισης κινδύνου για τα οποία έχουν εναποθέσει τις ευθύνες αποτελεσματικότητας στις ίδιες τις τράπεζες.

Το ενδιαφέρον είναι οτι το test για τα συστήματα διαχείρισης κινδύνου θα πρέπει να οδηγήσει, πέρα από τις άμεσες δράσεις όπου εντοπισθεί κίνδυνος και σε ομογενοποίηση των συστημάτων υπό την ευθύνη του SSM. Ο έλεγχος θα κρατήσει περί τα 2 χρόνια και ουσιαστικά θα συμπέσει με τον επόμενο κύκλο των stress test.

Η χρονική σύμπτωση δεν είναι τυχαία καθώς η ΕΚΤ έχει άμεσα υπό τον έλεγχό της τις συστημικές τράπεζες της Ευρώπης αλλά όχι και τις υπόλοιπες οι οποίες παραμένουν υπό την ευθύνη της τοπικής κεντρικής τράπεζας σε κάθε χώρα μέλος.

Ο κ. Ντράγκι «κατηγορείται” από ορισμένους ειδικά στην Γερμανία οτι θέλει να βάλει υπό τον έλεγχό του και τις περιφερειακές τράπεζες οι οποίες είναι χιλιάδες σ’ ολόκληρη την Ευρώπη. Αλλά κατά πως φαίνεται η προσοχή της ΕΚΤ στρέφεται κυρίως σε εκείνες που έχουν φορτωθεί τα τελευταία χρόνια με μεγάλους όγκους παραγώγων (όπως οι γερμανικές).

Το πολιτικό πρόβλημα στις επιδιώξεις αυτές είναι οτι οι περιφερειακές τράπεζες που δεν έχουν ενταχθεί στις συστημικές αποτελούν σε μεγάλο βαθμό εργαλεία πολιτικής στις διάφορες χώρες ειδικά στις κεντροευρωπαϊκές. Και η ένταξή τους σε ενα σύστημα ελέγχου της ΕΚΤ/SSM σημαίνει οτι αφ’ ενός αυτός ο ρόλος θα περιορισθεί δραστικά και αφ’ εταίρου ο SSM θα πρέπει να γιγαντωθεί σε πρωτοφανή βαθμό για να αντεπεξέλθει. Και οι κυβερνήσεις δεν θέλουν το «μονοπώλιο” ελέγχου της ΕΚΤ σε τόσο ευαίσθητα σημεία της «εθνικής” οικονομίας και πολιτικής.