Οι διαδικασίες για την επιστροφή του ΔΝΤ και η Έκθεση της ΕΚΤ

  • Μάρτιος 3, 2018

Οι διεργασίες για τον σχηματισμό της νέας κυβέρνησης στο Βερολίνο, η τεχνική προετοιμασία των μέτρων περαιτέρω ελάφρυνσης του ελληνικού χρέους και οι ζυμώσεις για την οριστικοποίηση της απόφασης του ΔΝΤ όσον αφορά τη συμφωνία του περασμένου Ιουνίου για τη συμμετοχή του στο (υπόλοιπο) ελληνικό πρόγραμμα, προωθούνται παράλληλα και … σχεδόν συντονισμένα.

Η οριστικοποίηση της στάσης του ΔΝΤ δεν φαίνεται ότι θα αργήσει.

Πληροφορίες που δεν επιβεβαιώνονται επισήμως, αλλά προκύπτουν από τις κατ’ ιδίαν αναφορές στελεχών του Ταμείου, επιμένουν ότι η πλάστιγγα έχει γείρει υπέρ της οριστικής επιστροφής του στο ελληνικό πρόγραμμα λίγους μήνες πριν από τη λήξη του. Με πολλές όμως πιθανότητες αυτό να συμβεί χωρίς να χρειαστεί να ενεργοποιηθεί η εκταμίευση της προβλεπόμενης από την συμφωνία του Ιουνίου δόση των 1,6 δισ. ευρώ.

Η συμμετοχή του ΔΝΤ, όπως αναφέρει αρμόδιο κοινοτικό στέλεχος, θα δώσει στην έξοδο από το πρόγραμμα την «εγγύηση» που χρειάζεται τόσο για τις αγορές όσο και για τις εσωτερικές διαδικασίες της Ευρωζώνης που αφορούν στις εγκρίσεις του συνολικού πακέτου συμφωνίας, που θα συνοδεύει το τέλος του προγράμματος.

Οι ίδιοι κύκλοι της Κομισιόν σημειώνουν ότι η συμμετοχή του ΔΝΤ μεταξύ άλλων θα διευκολύνει και τη διαμόρφωση της στάσης της ΕΚΤ από την πλευρά της οποίας εκκρεμεί από το φθινόπωρο του 2016 η Έκθεση για την αξιολόγηση του ελληνικού χρέους. Από την οποία άλλωστε θα κριθεί και ο οδικός άξονας για την αποκατάσταση της σχέσης της Ελλάδας με την τρέχουσα νομισματική πολιτική της ΕΚΤ (QE).

Οι προϋποθέσεις βέβαια για την «ομαλή» επιστροφή του Ταμείου, είναι αφενός η διασφάλιση της αποπληρωμής του δανείου του προς την Ελλάδα (περί τα 12 δισ. δολ.) και η αξιοπιστία των μέτρων για την περαιτέρω ελάφρυνση του χρέους που ετοιμάζουν τα τεχνικά κλιμάκια του ESM.

Όσον αφορά το πρώτο σκέλος, στον ESM φαίνεται να έχει ωριμάσει η εκτίμηση ότι η Ελλάδα μπορεί στο πλαίσιο των επιπλέον μέτρων, να προχωρήσει σε προεξόφληση του δανείου του ΔΝΤ με κεφάλαια που θα προέλθουν από την επιστροφή των κερδών των κεντρικών τραπεζών από τα ελληνικά ομόλογα (Anfas και SMPs) και από το «μαξιλάρι» διαθεσίμων που θα σχηματισθεί. Πρόκειται για τα ομόλογα που αγόρασαν οι κεντρικές τράπεζες από τις εμπορικές τους τράπεζες για να τις απαλλάξουν από τον «κίνδυνο» του ελληνικού χρεοστασίου το 2011. Και τα οποία στην συνέχεια αποπληρώνονται βέβαια από το ελληνικό δημόσιο στο 100% της ονομαστικής τους αξίας ενώ είχαν αγορασθεί σε πολύ χαμηλότερες τιμές.

Όσον αφορά το δεύτερο σκέλος οι προϋποθέσεις που θέτει το ΔΝΤ, όπως υποστηρίζεται αρμοδίως από στελέχη του ESM, μπορούν να ικανοποιηθούν στο πλαίσιο της συνολικής συμφωνίας μεταξύ Ελλάδας και Θεσμών.

Η δυνατότητα «ικανοποίησης» βρίσκεται στη σύνθεση του «αναπτυξιακού προγράμματος» που θα καταθέσει η Ελλάδα (στο οποίο περιλαμβάνονται οι δεσμεύσεις αφενός για επενδύσεις και αφετέρου για την υλοποίηση των μεταρρυθμιστικών προγραμμάτων που έχουν δρομολογηθεί με το τρίτο πρόγραμμα, στην μετά την ολοκλήρωσή του περίοδο) και στα μέτρα περαιτέρω ελάφρυνσης του χρέους με επιμήκυνση του δανείου του EFSF.

Σύμφωνα με πρόσφατες δηλώσεις του κ. Ρέγκλιγκ ο σχεδιασμός του καταλήγει στο να μεταφέρει το 60% περίπου του ελληνικού δημόσιου χρέους στον ESM.

Με άλλα λόγια, ένα κομμάτι του δημόσιου χρέους ίσο με κάτι περισσότερο από το 100% του ΑΕΠ θα βρίσκεται υπό την «κατοχή» του ESM ενώ άλλα 52 δισ. ευρώ θα παραμείνει προς το παρόν στην κατοχή των άλλων ευρωπαϊκών κυβερνήσεων με εγγυήσεις οι οποίες διασφαλίζονται τόσο από την σύμβαση με τον ESM όσο και με τα διακυβερνητικά δάνεια.

Η βασικότερη παροχή βέβαια του σχεδίου ελάφρυνσης προς το ΔΝΤ είναι η περαιτέρω επιμήκυνσή του έτσι ώστε να αυξηθεί περίπου μέχρι το 2040 η περίοδος στην οποία η εξυπηρέτηση του χρέους θα παραμένει εξαιρετικά χαμηλή.

Σύμφωνα με αυτόν τον σχεδιασμό, για την 20ετία αυτή η Ελλάδα θα έχει το μικρότερο ύψος δαπανών εξυπηρέτησης χρέους ως ποσοστό του ΑΕΠ σχεδόν από το σύνολο των χωρών της Ευρωζώνης. Βέβαια αυτή είναι μια προσωρινή εικόνα καθώς μετά την έξοδο στις αγορές η αναχρηματοδότηση του χρέους σε συνθήκες ελεύθερης αγοράς είναι βέβαιο ότι θα αυξήσει το μέσο κόστος δανεισμού σε ετήσια βάση…

Σε κάθε περίπτωση όμως οι διεργασίες αυτές και η ομαλή τους εξέλιξη θα εξαρτηθούν από την ολοκλήρωση των διαδικασιών για τον σχηματισμό κυβέρνησης στο Βερολίνο την Κυριακή 4 Μάρτη (ολοκληρώνεται το δημοψήφισμα στο SPD).

Ο σχηματισμός κυβέρνησης στο Βερολίνο αναμένεται να δώσει το «πράσινο φως» για να «τρέξουν» όλες οι παράλληλες διαδικασίες για τη συμφωνία-πακέτο και τη συμφωνία για το χρέος.

Τότε αναμένεται να δρομολογήσει και η ΕΚΤ τη δική της στάση όσον αφορά την Έκθεση για το ελληνικό χρέος και το QE.          Πηγή .capital

ΜΕΤΡΑΕΙ Η ΓΝΩΜΗ ΣΟΥ