Η χθεσινή ανακοίνωση της ΔΕΗ ότι προχωρά στη σύγκληση έκτακτης γενικής συνέλευσης με θέμα την κατάργηση της έκπτωσης του 20% στα τιμολόγια υψηλής τάσης και την έγκριση των νέων τιμολογίων, δεν έπεσε ακριβώς σαν κεραυνός εν αιθρία. Ήδη από την περασμένη εβδομάδα ο επικεφαλής της ΔΕΗ Μ. Παναγιωτάκης είχε κάνει λόγο για συζητήσεις, ακόμη και για συμφωνία με βιομηχανικούς πελάτες της υψηλής τάσης, για τα νέα τιμολόγια.
Πράγματι οι πληροφορίες λένε ότι τουλάχιστον ένας μεγάλος βιομηχανικός πελάτης της υψηλής τάσης έχει καταρχάς αποδεχθεί προφορικά το σχέδιο τιμολόγησης που έχει συζητήσει και το οποίο προφανώς θα εγκριθεί –ως αρχές τιμολόγησης– από την επικείμενη ΓΣ. Εφόσον η έκτακτη ΓΣ έχει θετική έκβαση τότε τις αμέσως επόμενες ημέρες αναμένεται να πέσουν και οι επίσημες υπογραφές.
Κατά τις ίδιες πληροφορίες η συζήτηση αφορά τιμολόγια που θα ισχύσουν μέχρι το τέλος του 2017, δηλαδή θα έχουν διετή διάρκεια, ενώ θα έχουν ως βάση τα τιμολόγια του 2014 με ορισμένες τροποποιήσεις ανάλογα με το προφίλ του κάθε μεγάλου καταναλωτή.
Σε συμφωνία πάντως, έστω και αρχική προφορική, δεν έχει έλθει το σύνολο των πελατών υψηλής τάσης, καθώς για κάποιες άλλες βιομηχανίες οι επαφές που έχουν γίνει χαρακτηρίζονται ως «αρχικές συζητήσεις» και όχι ως «διαπραγματεύσεις». Σε αυτήν την κατηγορία ανήκει τουλάχιστον ένας βιομηχανικός πελάτης υψηλής τάσης.
Ακόμη και η διοίκηση της ΔΕΗ παραδέχεται ότι δεν έχουν ξεκινήσει με όλους οι διαπραγματεύσεις και διαμηνύει ότι αυτό θα γίνει μέσα στο διάστημα των τριών εβδομάδων που απομένουν μέχρι την έκτακτη ΓΣ. Παράλληλα εκφράζεται αισιοδοξία ότι η κατάληξη θα είναι θετική.
Πρόκειται ίσως για το πλέον κομβικό σημείο των εν εξελίξει διεργασιών, καθώς η συμφωνία του Ιουλίου αναφέρει ρητά ότι καταργούνται οι εκπτώσεις στα τιμολόγια της υψηλής τάσης, με την υποχρέωση ωστόσο να καταρτιστούν κοστοστρεφή τιμολόγια μετά από εξατομικευμένη διαπραγμάτευση με κάθε μεγάλο βιομηχανικό πελάτη.
Και βέβαια το θέμα της κοστοστρέφειας των τιμολογίων αποτελεί το πιο λεπτό σημείο, με τη ΔΕΗ να υποστηρίζει συγκεκριμένα νούμερα τα οποία δεν είναι βέβαιο ότι συμπίπτουν με την εικόνα που έχουν αρκετοί από τους πελάτες της και stakeholders της ενεργειακής αγοράς. Χαρακτηριστική είναι η θέση της ΔΕΗ ότι υπάρχει αυξημένο κόστος παραγωγής σε σχέση με το πρόσφατο παρελθόν καθώς καταγράφεται μείωση της λιγνιτικής παραγωγής, σε αντίθεση με τα σταθερά κόστη που παραμένουν υψηλά για τα ορυχεία και τις μονάδες λιγνίτη. Είναι σαφές ότι η ΔΕΚΟ επιθυμεί να κρατήσει κλειστά τα διαπραγματευτικά της χαρτιά στις συζητήσεις με τους πελάτες που ακόμη δεν έχει καταλήξει.
Στον αντίποδα οι βιομηχανικοί πελάτες – καταναλωτές έχουν βεβαίως τα δικά τους επιχειρήματα.
Αυτά αφορούν κυρίως στις ευνοϊκές εξελίξεις στο μέτωπο του κόστους όπως η πτώση της τιμής του πετρελαίου και του φυσικού αερίου, η μείωση του μισθολογικού κόστους, καθώς επίσης και η άρση μιας σειράς από ρυθμιστικά βάρη στη χονδρεμπορική (κατάργηση ΑΔΙ και ΜΑΜΚ) που έχουν ελαφρύνει δραστικά τα κόστη της ΔΕΗ.
Το «μπρα ντε φερ» σε αυτή τη φάση πάντως φαίνεται να διεξάγεται – τουλάχιστον εν πρώτοις– σε καλύτερο κλίμα μεταξύ της ΔΕΗ και της βιομηχανίας, σε σχέση με τις κόντρες του παρελθόντος που είχαν φτάσει πολλές φορές στα άκρα. Εκείνο που απομένει να φανεί είναι κατά πόσο θα υπάρξει αμοιβαία κατανόηση που θα οδηγήσει σε ένα «new deal» για το ενεργειακό της βιομηχανίας, που αφενός θα λύσει τα χέρια στη ΔΕΗ και αφετέρου θα κάνει πράξη τις εξαγγελίες περί ουσιαστικής βιομηχανικής πολιτικής. Άλλωστε αυτή ίσως να είναι η τελευταία ευκαιρία για να υπάρξει βιώσιμη λύση στο ενεργειακό και να υπάρχει αύριο για τη βιομηχανία της χώρας…
Πηγή: capital.gr