Ράλι στα ευρωπαϊκά ομόλογα πυροδότησε το σήμα του προέδρου της ΕΚΤ Μάριο Ντράγκι περί μείωσης των επιτοκίων καταθέσεων αλλά και επέκτασης του προγράμματος ποσοτικής χαλάρωσης («τύπωμα χρήματος»), την ώρα που η απόδοση του διετούς ελληνικού ομολόγου αναφοράς υποχώρησε για πρώτη φορά από τον Δεκέμβριο του 2014 χαμηλότερα του 10ετούς, υποδηλώνοντας ότι απομακρύνονται οι φόβοι χρεοκοπίας της χώρας.
Ο οικονομολόγος Ράινχαρντ Κλουζ της ελβετικής τράπεζας UBS προβλέπει τώρα πως στις 3 Δεκεμβρίου ο Ντράγκι θα ανακοινώσει: πρώτον, παράταση του προγράμματος ποσοτικής χαλάρωσης (των 60 δισ. ευρώ μηνιαίως) για 3 ως 6 μήνες μετά το πέρας της λήξης του (Σεπτέμβριος του 2016) και, δεύτερον, μείωση των επιτοκίων καταθέσεων κατά 10 μονάδες βάσης στις -30 μονάδες βάσης.
O οικονομολόγος Μαρκ Βαλ της γερμανικής Deutsche Bank αναμένει επίσης ότι η ΕΚΤ θα επεκτείνει την πολιτική της ποσοτικής χαλάρωσης στις 3 Δεκεμβρίου κατά έξι μήνες, μειώνοντας παράλληλα κατά 10 μονάδες βάσης τα επιτόκια καταθέσεων. Η γερμανική τράπεζα προβλέπει ανάπτυξη 1,5% εφέτος στην Eυρωζώνη και 1,6% το 2016 με την ελληνική οικονομία να είναι και η μόνη σε, ήπια όμως, ύφεση, με τον ρυθμό μεταβολής του ΑΕΠ στο -0,5% εφέτος και στο -0,8% το 2008.
Στην Eυρωζώνη, η αξία των κρατικών ομολόγων που εκδόθηκαν με αρνητικό επιτόκιο αυξήθηκαν σύμφωνα με το Bloomberg στα 1,6 τρισ. ευρώ μετά τη συνέντευξη Τύπου του επικεφαλής της ΕΚΤ την περασμένη Πέμπτη. Η απόδοση για σχεδόν όλα τα διετή ευρωπαϊκά ομόλογα είναι πλέον αρνητική και μόνον οι τίτλοι της Ιταλίας, της Λιθουανίας, της Πορτογαλίας και της Ελλάδας παραμένουν σε θετικό έδαφος.
Είναι χαρακτηριστικό πως αμέσως μετά τη συνεδρίαση της ΕΚΤ την περασμένη εβδομάδα η απόδοση του ιταλικού 10ετούς ομολόγου υποχώρησε κατά 15,6 μονάδες βάσης, η μεγαλύτερη ημερήσια πτώση εδώ και έναν χρόνο.
Απομακρύνεται ο φόβος χρεοκοπίας
Στην Ελλάδα, η απόδοση του διετούς ομολόγου αναφοράς υποχώρησε για πρώτη φορά από τον Δεκέμβριο του 2014 χαμηλότερα του 10ετούς, υποδηλώνοντας ότι απομακρύνονται οι φόβοι χρεοκοπίας της χώρας. Η απόδοσή του υποχωρούσε κατά 66 μονάδες βάσης στο 7,57% την Παρασκευή, κάτω από το 7,64% του 10ετούς (σήμερα κινείται στο 7,59%) αλλά πάνω από το 7,30% του πενταετούς ομολόγου.
Παρά το γεγονός ότι η καμπύλη των αποδόσεων των ελληνικών ομολόγων δεν είναι εξομαλυμένη, η υποχώρηση του διετούς ομολόγου αντικατοπτρίζει προσδοκίες ότι η χρηματοδότηση της χώρας από τους επίσημους δανειστές θα συνεχιστεί.
Παράλληλα σημαντικά κέρδη καταγράφουν και τα ελληνικά τραπεζικά ομόλογα τα οποία εκδόθηκαν την άνοιξη του 2014 στο πλαίσιο της τότε ανακεφαλαιοποίησης του κλάδου. Οι συγκεκριμένοι τίτλοι είχαν βρεθεί στη δίνη του κυκλώνα στα τέλη του καλοκαιριού εξαιτίας των ανησυχιών για ενδεχόμενο bail in (κούρεμα). Η εκτίμηση ωστόσο των επενδυτών ότι η νέα ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών δείχνει μάλλον να εξελίσσεται ελεγχόμενα, αλλά και η δημόσια πρόταση της Τράπεζας Πειραιώς για ανταλλαγή τους στο 100% της ονομαστικής τους αξίας με μετοχές στην τιμή που θα γίνει η αύξηση κεφαλαίου, ενίσχυσαν το ράλι των τιμών.
Το ομόλογο της Τράπεζας Πειραιώς λήξης Μαρτίου του 2017 έχει ανατιμηθεί π.χ. περισσότερο από 100% από το χαμηλό του 2015, ενώ το ίδιο έχει συμβεί και με αυτό της Eurobank λήξης 2018. Ανάλογη είναι η συμπεριφορά και των αντίστοιχων τίτλων της Εθνικής Τράπεζας και της Alpha Bank.
Με την πιθανότητα για περαιτέρω μέτρα ποσοτικής χαλάρωσης από την ΕΚΤ τον Δεκέμβριο να ενισχύεται πλέον έντονα, καθώς και με την περικοπή των επιτοκίων από την Κίνα, ενδέχεται να δούμε και άλλες χώρες, όπως την Ιαπωνία, τη Νορβηγία και την Αυστραλία, να υιοθετούν επιπλέον μέτρα τόνωσης της οικονομίας τους.
Επιπλέον, με δεδομένη την προοπτική για ισχυρότερο δολάριο, το γεγονός αυτό περιορίζει σε μεγάλο βαθμό τη δυνατότητα επιθετικής αυστηροποίησης της πολιτικής από την Ομοσπονδιακή Τράπεζα των ΗΠΑ (Fed).
Οι παγκόσμιες αγορές αναμένουν τη διήμερη συνεδρίαση της Ομοσπονδιακής Επιτροπής Ανοιχτής Αγοράς (FOMC) των ΗΠΑ την Τρίτη και την Τετάρτη για να λάβουν περαιτέρω καθοδήγηση, παρ’ όλο που είναι ευρέως αναμενόμενο ότι η Fed θα απέχει από οποιαδήποτε συγκεκριμένη μεταβολή επιτοκίων, καθώς η πρώτη αύξηση των επιτοκίων για μεγάλο μέρος της αγοράς έχει μετατεθεί για μετά το α’ τρίμηνο του 2016.
Πηγή : in.gr