Τη στιγμή που η κυβέρνηση αναζητά…. πενταροδεκάρες (παραφράζοντας τη γνωστή υπουργική ρήση, διότι οι ιθύνοντες νόες δείχνουν να αγνοούν την έννοια της ανακύκλωσης των κερδών μέσω τη οποίας εμφανίζονται τα δισεκατομμύρια των στηλών που παίζονται κάθε χρόνο) μέσω της φημολογούμενης επιβολής τέλους στα παιχνίδια του ΟΠΑΠ, μια τεράστια μαύρη αγορά παραμένει ανεξέλεγκτη και κυρίως, αφορολόγητη.
Οι επαγγελματίες του χώρου επιβεβαιώνουν τη δραματική κατάσταση που υφίσταται σήμερα στον κλάδο, καθώς για κάθε ένα ευρώ που παίζεται στα νόμιμα δίκτυα τυχερών παιχνιδιών, άλλο ένα κατευθύνεται στον παράνομο τζόγο, με αποτέλεσμα να καταγράφεται μια άνευ προηγουμένου φοροδιαφυγή. Στη χθεσινή συνέντευξη τύπου της Ομοσπονδίας των πρακτόρων του ΟΠΑΠαναφέρθηκε πως ο παράνομος τζόγος στην ελληνική αγορά προσεγγίζει τα 6 δισ.ευρώ, ένα μέγεθος από το οποίο δυνητικά θα μπορούσε να προκύψουν φορολογικά έσοδα της τάξης του 1,5 δισ. ευρώ.
Είναι χαρακτηριστικό πως ο τέως πρόεδρος της Επιτροπής Εποπτείας και Ελέγχου Παιγνίων, Ευγένιος Γιαννακόπουλος, σε ακρόαση της Επιτροπής Θεσμών και Διαφάνειας της Βουλής, είχε αναφέρει πως υπολογίζεται ότι υπάρχουν 60.000- 100.000 παιχνιδομηχανές που λειτουργούν παράνομα στην Ελλάδα, πέραν οποιοδήποτε άλλων παράνομων δραστηριοτήτων στον κλάδο των τυχερών παιχνιδιών που συνεχίζουν να υφίστανται με την ανοχή των αρχών.
Ακόμη και για τις 24 στοιχηματικές εταιρείες που δραστηριοποιούνται στο διαδίκτυο με καθεστώς προσωρινής αδειοδότησης, οι πράκτορες του ΟΠΑΠ κατήγγειλαν πως φορολογούνται με βάση όσα οι ίδιες δηλώνουν πως εισπράττουν. Είναι χαρακτηριστικό πως, με βάση όσα ανέφερε το δ.σ. της ΠΟΕΠΠΠ, το 2013 το κράτος δεν εισέπραξε ευρώ από τις 24 προσωρινά αδειοδοτημένες εταιρείες και το 2014 ποσό που έφθασε στα επίπεδα των 45 εκατ.ευρώ.
Πράγματι, σύμφωνα με τα στοιχεία που δημοσιοποίησε η Επιτροπή Εποπτείας και Ελέγχου Παιγνίων (ΕΕΕΠ) στην Έκθεση Πεπραγμένων για το 2014, αναφέρει ότι στην έκθεση «δεν περιλαμβάνονται τα οικονομικά στοιχεία των 24 παρόχων υπηρεσιών τυχερών παιγνίων μέσω διαδικτύου, λόγω μη επαρκών διαθέσιμων στοιχείων και προς αποφυγή εξαγωγής λανθασμένων συμπερασμάτων». Όπως, όμως επισήμαναν οι πράκτορες, σήμερα τουλάχιστον τέσσερις από αυτές τις ιντερνετικές εταιρείες που λειτουργούν με προσωρινή άδεια, προσφέρουν στους πελάτες τους μια παραλλαγή του παιχνιδιού ΚΙΝΟ (σ.σ. συχνά ονομάζεται Keno) μέσω των ιστότοπων τους. «Εάν τελικώς μπει τέλος στο ΚΙΝΟ του ΟΠΑΠ, θα ισχύει και για αυτές τις εταιρείες;», ανέφεραν.
«Πλήρης άγνοια»
Σε κάθε περίπτωση, οι πράκτορες μετά και τη συνάντηση με τον κ. Αλεξιάδη, απέστειλαν νέα, επικαιροποιημένα στοιχεία σύμφωνα με τα οποία πιθανή επιβολή τέλους ή φόρου στο ΚΙΝΟ ή στο σύνολο των παιχνιδιών της ΟΠΑΠ θα επηρεάσει άμεσα την παικτική δραστηριότητα και κατά συνέπεια θα μειωθούν κατά πολύ οι στήλες που συμπληρώνονται από τους παίκτες και, ως αποτέλεσμα, θα πληγούν τα δημοσιονομικά έσοδα και το ποσό που εισπράττει το Ελληνικό Δημόσιο από τη συμμετοχή του κατά 30% στα ακαθάριστα έσοδα της εταιρείας. Επιπλέον, θα μειωθεί ο εταιρικός φόρος που καταβάλουν η ΟΠΑΠ και το δίκτυο των πρακτόρων της, καθώς και ο φόρος των νικητών.
Τα επιχειρήματα των επαγγελματιών της αγοράς μπορεί, μέχρι στιγμής, να μην εισακούονται από την κυβέρνηση, από την πλευρά των θεσμών, ωστόσο, πληροφορίες αναφέρουν πως δεν έχουν πειστεί ότι η φορολόγηση του τζόγου θα φέρει τα αναμενόμενα αποτελέσματα. Πληροφορίες ανέφεραν πως αντέκρουσαν την άποψη του οικονομικού επιτελείου για το ισοδύναμο στην κυβέρνηση, υποστηρίζοντας πως αν επιβληθεί φόρος στα τυχερά παιχνίδια, θα μειωθεί ο τζίρος. Σύμφωνα με τις ίδιες πηγές, η ελληνική πλευρά αντέτεινε ότι θα συμβεί το αντίθετο, λέγοντας ότι, σε περιόδους κρίσης, ο τζόγος αυξάνεται.
Εάν χρησιμοποιήθηκε αυτό το επιχείρημα, πρόκειται για τερατώδη και επικίνδυνη άγνοια, ανέφεραν από την ΠΟΕΠΠΠ. Πράγματι, τα στοιχεία δείχνουν πως από το 2008, όταν ξέσπασε η κρίση στην Ελλάδα, η αγορά των τυχερών παιχνιδιών συρρικνώνεται διαρκώς, καταρρίπτοντας το επιχείρημα πως σε δύσκολες οικονομικές περιόδους ανθεί ο τζόγος. Έτσι, από τα επίπεδα ρεκόρ των 8,7 δισ. ευρώ του 2008, ο νόμιμος κλάδος υποχώρησε στο τέλος του 2014στα 5,8 δισ. ευρώ, μια πτώση της τάξης του 33%.
Πηγή: capital.gr