Ένα μεγάλο βήμα προς τα εμπρός έχει κάνει η τραπεζική χρηματοδότηση επενδύσεων σε ακίνητα και αναπτυξιακά έργα στην Ευρώπη, σύμφωνα με νέα έρευνα που δημοσιοποιήθηκε από την KPMG με τίτλο «Property Lending Barometer 2015», και η οποία περιλαμβάνει συνεντεύξεις από εκπροσώπους από 90 χρηματοπιστωτικά ιδρύματα από 21 χώρες, της Ελλάδας περιλαμβανομένης.
Όπως διαφαίνεται ξεκάθαρα από την έρευνα, η διάθεση των τραπεζών στην Ευρώπη έχει βελτιωθεί και είναι πλέον περισσότερο διαθέσιμες να χρηματοδοτήσουν έργα real estate. Την τάση αυτή βοηθούν τα εξαιρετικά χαμηλά επιτόκια που έχουν διαμορφωθεί, καθώς και το πρόγραμμα αγοράς περιουσιακών στοιχείων της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας που έχει ενισχύσει τη ρευστότητα των τραπεζών. Παράλληλα, οι τράπεζες αντιμετωπίζουν αυξημένο ανταγωνισμό από εναλλακτικές πηγές χρηματοδότησης, όπως τα ιδιωτικά επενδυτικά κεφάλαια / κεφάλαια που επενδύουν σε δάνεια και επενδυτικές τράπεζες.
Ειδικότερα για την αγορά ακινήτων και τα έργα υποδομής στην Ελλάδα, η επενδυτική δραστηριότητα διαμορφώθηκε σε εξαιρετικά χαμηλά επίπεδα. Κατά τους πρώτους εννέα μήνες του 2015, πραγματοποιήθηκαν συναλλαγές από ελληνικές ΑΕΕΑΠ (REICS), ενώ το επιλεκτικό ενδιαφέρον επενδυτών από τη Μέση Ανατολή, την Ευρώπη και την Αμερική εκτιμάται ότι θα οδηγήσει στο κλείσιμο περισσότερων συναλλαγών κατά το 2016. Αναφορικά με τις αποδόσεις των ακινήτων, σύμφωνα με τα τρέχοντα στοιχεία της αγοράς, οι μέσες αποδόσεις για γραφεία ανέρχονται σε 8,5%, για καταστήματα λιανικής σε 6,5% καθώς και σε 10% για αποθήκες logistics.
Σχετικά με τις χρηματοδοτήσεις ακινήτων στην Ελλάδα, σύμφωνα με τις απαντήσεις που έδωσαν εκπρόσωποι των τραπεζών, η χρηματοδότηση ακινήτων αποτελεί λιγότερο σημαντική προτεραιότητα,ενώ μόνο το 25% των ερωτηθέντων δήλωσε ότι είναι στρατηγικά σημαντικές για αυτούς. Οι τράπεζες προτιμούν τη χρηματοδότηση επενδύσεων που αποφέρουν διαχρονικά σταθερά έσοδα και δείχνουν λιγότερο ενδιαφέρον για νέες επενδύσεις. Οι τράπεζες ανέφεραν ότι, κατά μέσο όρο, οι νέες επενδύσεις αντιπροσωπεύουν μόνο το 25% του συνολικού όγκου των δανείων σε ακίνητα και έργα υποδομής που χορηγήθηκαν τους τελευταίους 12-18 μήνες, ενώ το 75% χορηγήθηκε για έργα που παράγουν σταθερές ταμειακές ροές.
Όπως αναφέρει ο κ. Βαγγέλης Αποστολάκης, Αντιπρόεδρος και επικεφαλής του Συμβουλευτικού κλάδου της KPMG στην Ελλάδα: «Η κρίση, η μείωση του διαθέσιμου εισοδήματος και η απότομη, συνεχής και πολύ βαριά φορολογία της ακίνητης περιουσίας στην Ελλάδα, έχει επηρεάσει αρνητικά τη συγκεκριμένη αγορά. Η εκλογίκευση, η σταθεροποίηση καθώς και η βεβαιότητα στη φορολογική μεταχείριση θα αποτελέσουν καθοριστικό παράγοντα για την ανάκαμψη της αγοράς ακινήτων στη χώρα».
Τα γενικότερα συμπεράσματα της έρευνας δείχνουν ότι οι τράπεζες στις λιγότερο ανεπτυγμένες αγορές, μεταξύ αυτών και η Ελλάδα, εξακολουθούν να αντιμετωπίζουν σημαντικές δυσκολίες λόγω των μη εξυπηρετούμενων δανείων στα χαρτοφυλάκια των δανείων τους.
Οι περισσότερες τράπεζες που συμμετείχαν στην έρευνα, ανεξάρτητα από το σε ποια οικονομία βρίσκονται, δίνουν έμφαση στο ότι τα έργα που είναι διατεθειμένες να χρηματοδοτήσουν υποστηρίζονται από ένα ισχυρό επιχειρηματικό μοντέλο και τα ίδια τα περιουσιακά στοιχεία πληρούν ορισμένες ποιοτικές προϋποθέσεις.Επίσης, η καλή φήμη της εταιρείας που αναπτύσσει και διαχειρίζεται το εν λόγω περιουσιακό στοιχείο αποτελεί ένα από τα σημαντικότερα κριτήρια (δεύτερο σε σειρά σπουδαιότητας) για τη χρηματοδότηση έργων υποδομής στις αναπτυγμένες οικονομίες. Στις λιγότερο ανεπτυγμένες οικονομίες, το επίπεδο των ιδίων κεφαλαίων με το οποίο ο κατασκευαστής συμμετέχει αποτελεί ένα πρόσθετο σημαντικό κριτήριο αξιολόγησης των επενδύσεων σε έργα υποδομών και ακίνητα.
Αξίζει να αναφερθεί ότι τα οικιστικά έργα αποτελούν την ιδανική κατηγορία για τις τράπεζες στις ανεπτυγμένες αγορές, και στη συνέχεια έργα δικτύων λιανικού εμπορίου, χώρων γραφείων και βιομηχανικών χωρών. Στις λοιπές λιγότερο αναπτυγμένες αγορές, οι χώροι γραφείων είναι στην πρώτη θέση, και μετά τα δίκτυα λιανικού εμπορίου, οι βιομηχανικοί χώροι και τα οικιστικά έργα. Από το βαρόμετρο προκύπτει ότι τα πιστωτικά ιδρύματα ενδιαφέρονται να χρηματοδοτήσουν ξενοδοχειακά έργα στις χώρες με έντονη τουριστική δραστηριότητα όπως η Ελλάδα και η Κύπρος.